Σάββατο 13 Αυγούστου 2016

Εκδηλώσεις στη Σπηλιά της Δράκαινας, στην Κεφαλονιά



Διήμερο εκδηλώσεων γνωριμίας των πολιτών και των επισκεπτών της Κεφαλονιάς με την αρχαιολογία των νεολιθικών (περ. 5600 - 3700 π.Χ.) και των ιστορικών χρόνων (τέλος 7ου - αρχές 6ου αι. π.Χ.) στα νοτιοανατολικά παράλια του νησιού, διοργανώνει ο Πολιτιστικός & Εξωραϊστικός Σύλλογος «Ο ΠΡΟΝΗΣΟΣ».  Αφορμή στάθηκε η επέτειος των 25 χρόνων του ανασκαφικού και ερευνητικού έργου στη «Σπηλιά της Δράκαινας», που έχει φέρει στην επιφάνεια σημαντικότατες πληροφορίες για το πολύ μακρινό παρελθόν.

Για τα αποτελέσματα αυτών των ερευνών, αλλά και για την αξιοποίηση της περιοχής από τη σύγχρονη κοινωνία, μίλησε στις 12/8/2016 στις 20:30, στο Πολιτιστικό Κέντρο Πόρου «Γεράσιμος Πεντόγαλος» η Δρ. Γεωργία Στρατούλη, αρχαιολόγος του Υπουργείου Πολιτισμού.

Η κ. Στρατούλη είναι επικεφαλής του ερευνητικού έργου στα προϊστορικά στρώματα του σπηλαίου, που ανήκουν στους νεολιθικούς χρόνους, μαρτυρώντας μια περιστασιακή και όχι συνεχής χρήση του σπηλαίου, η οποία ξεκίνησε γύρω στο 5600 π.Χ. και συνεχίστηκε τουλάχιστον ως το 3700 π.Χ.

Αξίζει να σημειωθεί ότι μεταξύ των αντικειμένων, που έχουν εντοπιστεί σε αυτά τα στρώματα και τα οποία δείχνουν την ιδιαιτερότητα της «Δράκαινας», είναι εστίες, θρυμματισμένοι σπόροι σιτηρών και οσπρίων για γρήγορη παρασκευή τροφής, κατάλοιπα από κατανάλωση θηραμάτων, αλλά και επιλεγμένων τμημάτων από πρόβατα, κατσίκες και χοίρους, μεγάλος αριθμός αιχμών βελών (άνω των 220 σε αριθμό) και πρόχειρων εργαλείων από πυριτόλιθους για τεμαχισμό, αλλά και λίθινων τριβείων και τριπτήρων για παρασκευή χρωστικών.



Ακόμη αγγεία για παρασκευή και κυρίως κατανάλωση τροφών και υγρών, καθώς και πήλινα σκεύη και κοσμήματα που σκόπιμα θραύστηκαν ή εναποτέθηκαν στη σπηλιά.

Επίσης, η είδηση για την εύρεση ενός νεολιθικού νήματος, ηλικίας 7.000 ετών, είχε κάνει τον γύρο του κόσμου το 2011, ενώ ιδιαίτερη σημασία αποδίδουν οι ειδικοί στην επαναλαμβανόμενη σε μεγάλα χρονικά διαστήματα κάλυψη τμήματος των χρησιμοποιημένων επιφανειών του σπηλαίου με «ασβεστοδάπεδα».

«Η σύνθεση του αρχαιολογικού υλικού μεταξύ των ασβεστοδαπέδων υποδηλώνει και συναθροίσεις ειδικού περιεχομένου, ίσως και κάποιας μορφής ‘τελετές ενηλικίωσης', οι οποίες συνδυάζονταν με την κατανάλωση ή και το μοίρασμα τροφής, την κατασκευή συγκεκριμένων εργαλείων, καθώς και χρωστικών για την κόσμηση του σώματος (τατουάζ), αλλά και με κυνηγετικές εξορμήσεις συμβολικής σημασίας», είχε δηλώσει η ίδια παλαιότερα στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Το Σπήλαιο Δράκαινα βρίσκεται στο απόκρημνο και εντυπωσιακό Φαράγγι του Πόρου, ενός μικρού, τουριστικού θέρετρου στη νοτιοανατολική ακτή του νησιού της Κεφαλονιάς, στο Ιόνιο Πέλαγος. Οι ανασκαφές που διεξήχθησαν από το 1992 έως το 2005 από την Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας-Σπηλαιολογίας Νοτίου Ελλάδος του Υπουργείου Πολιτισμού έφεραν στο φως αρχαιολογικές επιχώσεις που μαρτυρούν τη χρήση του Σπηλαίου από την Νεότερη Νεολιθική (μέσα 6ης χιλιετίας) έως την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού (μέσα 3ης χιλιετίας). Ύστερα από μια μακρά περίοδο εγκατάλειψης το Σπήλαιο επαναχρησιμοποιήθηκε από το τέλος του 7ου αιώνα έως τις αρχές του 2ου αιώνα π.Χ. ως Ιερό των Νυμφών και του Θεού Πάνα. Στη σύγχρονη εποχή το Σπήλαιο χρησιμοποιήθηκε ως μαντρί.


Το Σπήλαιο βρίσκεται σε υψόμετρο περίπου 70 μ. και αποτελεί ένα μικρό και ανοιχτό καρστικό έγκοιλο έκτασης περίπου 90 τ.μ. Περίπου τα 2/3 του χώρου καλύπτονται από ογκόλιθους, αποτέλεσμα της έντονης τεκτονικής δραστηριότητας σε διάφορα στάδια της γεωλογικής ιστορίας του.

Το Αρχαιολογικό Πρόγραμμα Μελέτης των Προϊστορικών Επιχώσεων του Σπηλαίου Δράκαινα ξεκίνησε συστηματικά το 2004 και συνεχίζεται μέχρι σήμερα, υπό την αιγίδα του Υπουργείου Πολιτισμού και της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας και Σπηλαιολογίας Νοτίου Ελλάδος, υπό τη διεύθυνση της αρχαιολόγου Δρ Γεωργίας Στρατούλη και με τη συμμετοχή πολλών ερευνητών και φοιτητών από Πανεπιστήμια της Ελλάδας και του εξωτερικού. Οι ανασκαφές στα νεολιθικά στρώματα αποκάλυψαν ενδιαφέροντα αρχιτεκτονικά στοιχεία, όπως επάλληλα δάπεδα από ασβεστοκονίαμα που κάλυπταν μεγάλα τμήματα του Σπηλαίου, μια ασυνήθης αν όχι μοναδική πρακτική για νεολιθικά Σπήλαια στην Ελλάδα, και διάφορες εστίες, κατασκευασμένες από κυκλικά τοποθετημένες πέτρες και τριπτά εργαλεία σε δεύτερη χρήση. Η αρχαιολογική έρευνα έφερε στο φως πληθώρα μικρών ευρημάτων και διατροφικών καταλοίπων. Η μελέτη τους σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα αρχαιομετρικών, παλαιοοικολογικών και πετρογραφικών ερευνών, στοχεύει στην ανασύνθεση της βιογραφίας της θέσης και στην κατανόηση της σημασίας του Σπηλαίου για τις νεολιθικές κοινότητες. Το Αρχαιολογικό Πρόγραμμα είχε την υποστήριξη του Υπουργείου Πολιτισμού, του Δήμου Ελειού-Πρόννων Κεφαλληνίας, του Ιδρύματος Ι. Φ. ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ και του Institute for Aegean Prehistory (INSTAP).


H 18μελής επιστημονική ομάδα μελέτης του αρχαιολογικού υλικού από τις νεολιθικές επιχώσεις του Σπηλαίου προετοιμάζει μεθοδικά τη διεπιστημονική δημοσίευση των αποτελεσμάτων των ανασκαφών σε συλλογικό τόμο.

Επιστημονικές και άλλες συγκυρίες έκαναν γνωστό το 1992 στην αρχαιολογική κοινότητα το μικρό καρστικό έγκοιλο, που βρίσκεται σε υψόμετρο περίπου 70 μ. στη Ν. πλευρά του απόκρημνου και επιβλητικού Φαραγγιού του Πόρου στην παράλια ζώνη της ΝΑ Κεφαλονιάς.
Από τότε το έγκοιλο αυτό ερευνάται από την Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας-Σπηλαιολογίας (πλέον) Νότιας Ελλάδας ως 'Σπήλαιο Δράκαινα', ενώ το 1994 εντάχθηκε στις συστηματικές ανασκαφές του Υπουργείου Πολιτισμού (Στρατούλη 2006, Χατζιώτου και Στρατούλη 2000, Χατζιώτου κ.ά. 1995).

Στον Προϊστορικό Τομέα των Ανασκαφών του Σπηλαίου εξελίσσεται από το 1999, με υπεύθυνη τη Δρ Γεωργία Στρατούλη ΙΖ΄ Εφορεία Προϊστορικών &Κλασικών Αρχαιοτήτων, ένα διεπιστημονικό ερευνητικό πρόγραμμα με την υποστή­ριξη του (νυν) ΥΠΠΟΤ, την ηθική και υλική συμπαράσταση του Δήμου Ελειού-Πρόννων Κεφαλληνίας και με χρηματοδοτήσεις κυρίως από το Institute for Aegean Prehistory (2003-2009) και το Ίδρυμα Ιωάννη Φ. Κωστόπουλου (2004-2006). Οι ανασκαφές στα προϊστορικά στρώματα του Σπηλαίου πραγματοποιήθηκαν κατά τα έτη 1992-1995, 1999-2002, 2004-2005 και αναπτύχθηκαν σε επιφάνεια έκτασης 48 τ.μ., από την οποία αφαιρέ­θηκαν περίπου 25 κ.μ. νεολιθικών επιχώσεων. Το σύνολο αυτών των επιχώσεων ελέγχθηκε και μέσω ξερού κοσκινίσματος χρησιμοποιώντας δύο επάλληλα χειροκίνητα κόσκινα διαφορετικής διαμέτρου. Επιπλέον, ένα μικρό τμήμα από τις εν λόγω επιχώσεις (> 150 δείγματα) υποβλήθηκε σε επίπλευση (water flotation).


Το Σπήλαιο Δράκαινα είναι μια αθέατη βραχοσκεπή στη σημερινή του κατάσταση, στο τοπογραφικά διακριτό Φαράγγι του Πόρου, που από αιώνες ‘γεφυρώνει’ τα παράλια της περιοχής με την παρακείμενη ενδοχώρα του νησιού. Σώζεται σε υπολειμματική μορφή λόγω κατάρρευσης τμήματος της οροφής του (Εικ. 4). Η ισχυρή τεκτονική δραστηριότητα, που αναπτύσσεται στο Ιόνιο, και άλλες φυσικές διεργασίες προκάλεσαν -ακόμη και στη διάρκεια της αρχαίας χρήσης του- αποσπάσεις τεμαχών από την ασβεστολιθική βραχομάζα, στην οποία είναι διανοιγμένο το έγκοιλο, και επέφεραν αλλαγές τόσο στη μορφή του ίδιου, όσο και στη μορφή του περιβάλλοντα χώρου του. Η έκταση του στεγασμένου (σήμερα) τμήματος του Σπηλαίου, το οποίο και ερευνάται, δεν υπερβαίνει τα 80 τ.μ., ενώ η μέγιστη έκτασή του κατά τους προϊστορικούς χρόνους υπολογίζεται σύμφωνα με πρόσφατα στρωματογραφικά δεδομένα σε περίπου 100 τ.μ.

Στο ανώτερο τμήμα της επίχωσης του Σπηλαίου αποκαλύφθηκαν κατάλοιπα της χρήσης του ως ιερό αφιερωμένο στη λατρεία των Νυμφών σύμφωνα με επιγραφές και άλλα ευρήματα, πιθανώς και άλλων θεοτήτων (Πανός και Διός Αινησίου), από το τέλος του 7ου/αρχές του 6ου και μέχρι τις αρχές του 2ου προχριστιανικού αιώνα (Χατζιώτου 2007, Χατζιώτου και Στρατούλη 2000, Χατζιώτου κ.ά. 1995). Ακολουθεί ένα ευδιάκριτο και αρχαιολογικά στείρο στρώμα ερυθρής λατύπης, που αποτέθηκε στο Σπήλαιο με φυσικές διεργασίες και υπέρκειται της μεγάλου πάχους και πλούσιας επίχωσης των προϊστορικών χρόνων.

Το αρχαιολογικά αυτό στείρο στρώμα υπογραμμίζει την απουσία ανθρώπινης δραστηριότητας στη Δράκαινα για μεγάλο χρονικό διάστημα, περίπου από το 2400 και μέχρι το τέλος του 7ου αι. π.Χ. Τα παλαιότερα πολιτισμικά στρώματα του Σπηλαίου (Εικ. 8) χρονολογούνται βάσει σειράς βαθμονομημένων ραδιοχρονολογήσεων (calibrated BC) από τα μέσα της 6ης μέχρι μετά τα μέσα της 3ης χιλιετίας, συγκεκριμένα στο χρονικό διάστημα περίπου 5500-2350 π.Χ. (Stratouli et al. 1999). Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες περιοδολογήσεις για το Προϊστορικό Αιγαίο, το Σπήλαιο Δράκαινα χρησιμοποιήθηκε κατά τη Νεότερη Νεολιθική Ι (ΝΝ Ι ή Ύστερη Νεολιθική για τη Δράκαινα: ~ 5500-4900/4800 π.Χ.), τη Νεότερη Νεολιθική ΙΙ (ΝΝ ΙΙ ή Χαλκολιθική για τη Δράκαινα: ~ 4800-3700 π.Χ.) και την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού Ι και ΙΙ (~ 3500-2350 π.Χ.).

Το αρχαιολογικό υλικό από τις νεολιθικές επιχώσεις της θέσης περιλαμβάνει την μικρομορφολογικά τεκμηριωμένη, κι αν όχι μοναδική, τουλάχιστον ασυνήθη για σπήλαια του ελλαδικού χώρου κατασκευή ασβεστοδαπέδων (lime plastered floors), μια πρακτική που επαναλαμβανόταν κατά διαστήματα τόσο κατά την ΥΝ, όσο και κατά την ΤΝ. Στην επίχωση αυτών των δαπέδων, δηλαδή μεταξύ των ‘επιφανειών χρήσης’, αναγνωρίστηκαν κατάλοιπα λίγων αδιατάρακτων και αρκετών διαλυμένων ‘εστιών’, κρίνοντας από την παρουσία μεγάλης ποσότητας διάσπαρτης στάχτης, κομματιών από κάρβουνο, πολλών καμένων οστών και λίγων καμένων φυτικών καταλοίπων, ενώ μεγάλος είναι ο αριθμός άλλων πολιτισμικών καταλοίπων, κυρίως κινητών ευρημάτων. Οι στρωματογραφικές παρατηρήσεις, οι ραδιομετρικές αναλύσεις και η σύνθεση του συνόλου του αρχαιολογικού υλικού της Νεολιθικής Δράκαινας υποδεικνύουν την περιστασιακή και επαναλαμβανόμενη σε μεγαλύτερα ή μικρότερα διαστήματα, μικρού όμως κάθε φορά χρόνου χρήσης/παραμονής ατόμων στο σπήλαιο. Αδιαμφισβήτητα το σπήλαιο δεν χρησιμοποιήθηκε ως χώρος παρατεταμένης εγκατάστασης/κατοικίας (π.χ. έλλειψη στοιχείων αποθήκευσης-χώρος κατανάλωσης σε αντίθεση με τα οικιστικά σύνολα, απουσία εργαλειακού εξοπλισμού ζωτικής σημασίας για τα κατασκευαστικά και άλλα προγράμματα μιας εγκατάστασης, όπως εργαλεία με κόψη/πελέκεις-πλαγιοπελέκεις και σμίλες για την επεξεργασία και μεταποίηση του ξύλου, απουσία οστέινων εργαλείων για τη μεταποίηση δερμάτων, απουσία εξοπλισμού κατασκευής νημάτων, όπως σφονδύλια, βελόνες πλέξης και συρραφής).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου