Τρίτη 16 Αυγούστου 2016

Σπύρος «Steve» Πισσάνος: Ιπτάμενος και Έλληνας!


O Σπύρος Πισσάνος (Αθήνα 10 Νοεμβρίου 1919 - Σαν Ντιέγκο Καλιφόρνια ΗΠΑ 8 Ιουνίου 2016) ήταν Έλληνας αεροπόρος που πολέμησε κατά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο στην Μοίρα των εθελοντών Αμερικανών πιλότων American Eagles της RAF και στην 4η Μοίρα Δίωξης της Αμερικανικής USAF. Τελείωσε τον πόλεμο σαν Σμηναγός, με 10 καταρρίψεις, στην Πολεμική Αεροπορία των Ηνωμένων Πολιτειών. Στο αμέσως μετά τον πόλεμο διάστημα υπήρξε δοκιμαστής πιλότος των πρώτων αεριωθουμένων αεροπλάνων. Μέχρι σήμερα ζούσε στο Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνια, εν αποστρατεία Συνταγματάρχης της USAF. Το 2008 εξέδωσε το βιβλίο του 'The Flying Greek' περιγράφοντας την περιπέτειά του στην Αμερική και τις προσωπικές του αναμνήσεις από τον πόλεμο.

Γεννήθηκε στον Κολωνό, στις 10 Νοεμβρίου 1919. Οι γονείς του ήταν ο Νίκος απ την Σπάρτη, μηχανοδηγός των ΗΣΑΠ, κι η Αθηνά Πισσάνου, απ την Κεφαλλονιά. Παθιασμένος απ την θέα κάποιων αεροπλάνων της νεοσύστατης τότε ΕΒΑ που έκαναν χαμηλές πτήσεις με ένα διπλάνο Gloster Mars από το κοντινό αεροδρόμιο της Δεκέλειας ακριβώς πάνω από το μνημείο του Οιδίποδα, συνήθιζε μικρός να παίρνει το τραίνο για την Κηφισιά κι από εκεί με τα πόδια να πηγαίνει στο Τατόι για να χαζεύει τα αεροπλάνα από κοντά. Ο Σπύρος μπόρεσε να δει ακόμα και το πρόσωπο του πιλότου με την δερμάτινη κάσκα και τα γυαλιά! Καθώς το αεροπλάνο απομακρυνόταν, μία άσβεστη φλόγα είχε ανάψει για τα καλά στην καρδιά του. Από εκείνη τη στιγμή το μόνο που είχε σημασία για εκείνον ήταν να γίνει πιλότος μαχητικών και τίποτα άλλο. Ωθούμενος από τον πόθο του αυτόν, ο Σπύρος, από τις επόμενες κιόλας μέρες, ξεκινούσε μόνος του να περπατά παράλληλα με τις σιδηροδρομικές γραμμές, ακολουθώντας τον δρόμο που οδηγούσε προς το Τατόϊ, ενώ την ίδια ώρα θα έπρεπε να βρίσκεται στο θρανίο και να παρακολουθεί το μάθημα! Μόλις έφτανε στον προορισμό του καθόταν δίπλα στον φράκτη του αεροδρομίου, χαζεύοντας τα σταθμευμένα αεροπλάνα ή περιμένοντας με αγωνία να δει κάποιο να απογειώνεται.

Επαρμένος από το πάθος του, κάποια μέρα προχώρησε μέχρι την πύλη με την ελπίδα ότι θα έμπαινε μέσα. Οι φρουροί βέβαια τον σταμάτησαν, αλλά εκείνος δεν άργησε να ανακαλύψει ένα βαθύ χαντάκι στην περιφραγμένη περίμετρο, κάτω από το οποίο περνούσε προκειμένου να συνεχίσει τις παράνομες επισκέψεις του. Κάποια μέρα όμως ο έφηβος εισβολέας έπεσε επάνω σε μία περίπολο. Επικεφαλής του περιπόλου ήταν ένας υπαξιωματικός, ο Γεράσιμος Γαβρίλης, που έτυχε να είναι κι εκείνος από τον Κολωνό. Νιώθοντας συμπάθεια για τον τολμηρό νεαρό γείτονά του, ο Γαβρίλης άφησε ελεύθερο τον Σπύρο ο οποίος γρήγορα έγινε φίλος της παρέας των αεροπόρων και “τρόφιμος” των υποστέγων: βοηθούσε στις αγγαρείες και τις επισκευές, προκειμένου να έχει την άδεια να περιεργάζεται τα αεροπλάνα και να κάθεται για λίγο στο πιλοτήριο. Όταν πλησίασε η ώρα της στρατιωτικής θητείας η πρώτη σκέψη του Σπύρου ήταν φυσικά η Σχολή Ικάρων. Αλλά δυστυχώς οι τακτικές επισκέψεις του στο αεροδρόμιο είχαν το κόστος τους στους βαθμούς του σχολείου. Τα πράγματα έγιναν πιο δύσκολα όταν πληροφορήθηκε ότι εκείνη την εποχή (1937) η κυβέρνηση Μεταξά έδινε αρκετή σημασία στην “ευγενική” καταγωγή των Ικάρων. Με όλη την αθωότητα ενός έφηβου ερωτευμένου με την αεροπορία, αποφάσισε να γράψει ένα γράμμα στον Υπουργό Αμύνης ρωτώντας πως θα μπορούσε να φοιτήσει στη Σχολή Ικάρων! Φυσικά δεν πήρε ποτέ απάντηση, αλλά ο φυσικός νόμος της ζωής δεν γνωρίζει ανθρώπινους περιορισμούς: είτε το επέτρεπαν οι νόμοι της Ελλάδος, είτε όχι, ένας Ίκαρος είχε γεννηθεί στον Κολωνό.


Το 1938 πήγε σαν λαθρομετανάστης στην Ν.Υόρκη,  σε ηλικία 18 ετών, χωρίς να γνωρίζει αγγλικά και με επτά μόνο δολλάρια στην τσέπη, έφυγε από την Ελλάδα σαν μέλος του προσωπικού ενός ελληνικού εμπορικού πλοίου και βρέθηκε στην Νέα Υόρκη, ξένος μεταξύ ξένων! Καθώς τριγυρνούσε σαν χαμένος ανάμεσα στο πλήθος συνάντησε συμπτωματικά δύο άλλους Έλληνες οι οποίοι τον βοήθησαν να εξασφαλίσει προσωρινά στέγη και εργασία σαν βοηθός αρτοποιού με 13 δολλάρια την εβδομάδα.Με τις πρώτες του οικονομίες μετακόμισε σε μία φθηνότερη περιοχή του Νιού Τζέρσεϋ, το Πλαίηνφηλντ, ώστε να μπορεί να ανταπεξέρχεται στα έξοδα των μαθημάτων και δύο μήνες αργότερα έπαιρνε το βάπτισμα του αέρα σε ένα αεροδρόμιο του Λονγκ Άϊλαντ. Τον Αύγουστο του 1940 βρισκόταν με ένα πτυχίο πιλότου στα χέρια του.


Αρχές του 1942 εντάχθηκε εθελοντικά σε ομάδες αγγλόφωνων πιλότων που θα πολεμούσαν για την Αγγλική RAF. κάποιοι πιλότοι τον πληροφόρησαν ότι με την άδεια της Αμερικής, ορισμένοι Βρετανοί αξιωματικοί στρατολογούσαν εθελοντές πιλότους με ελάχιστη πείρα 200 ώρες πτήσης, για την σκληρά δοκιμαζόμενη RAF στη Μάχη της Αγγλίας. Ο Σπύρος μέχρι τότε είχε 170 –μία απειροελάχιστη διαφορά για την οποία οι Βρετανοί στρατολόγοι ήταν πρόθυμοι να κάνουν τα στραβά μάτια. Στις 25 Σεπτεμβρίου πέρασε μία τρίμηνη εκπαίδευση για πιλότους μαχητικών και τον Φεβρουάριο του 1942, ενώ η Αμερική είχε ήδη υποστεί το κτύπημα του Περλ Χάρμπορ, ο Σπύρος Πισσάνος, μαζί με 14 ακόμα εθελοντές, μεταφέρθηκε στην Αγγλία, όπου για πρώτη φορά στη ζωή του, μετά από 12 ολόκληρα χρόνια παιδικών ονείρων, φόρεσε την στολή του Βρετανού ανθυποσμηναγού στις 29 Ιανουαρίου 1942!  Εκεί έγινε Ανθυποσμηναγός, στo 71 Σμήνος των American Eagles.

Πριν φύγει από την Αμερική είχε πει σε κάποιον φίλο του: «Κέρδισα τόσα πολλά που έγινα αεροπόρος, χωρίς να χάσω τίποτα». Τώρα, χιλιάδες χιλιόμετρα μακρύτερα από την φυσική, αλλά και την θετή πατρίδα του, έτοιμος να ριχτεί σε έναν μακρινό πόλεμο με άγνωστη εξέλιξη, ένιωσε παρόμοια συναισθήματα να τον πλημμυρίζουν: «Όταν για πρώτη φορά φόρεσα την στολή της RAF ήμουν ο ευτυχέστερος των ανθρώπων. Για μία στιγμή μέσα στο μυαλό μου άστραψε η εικόνα εκείνου του Gloster Mars που είχε περάσει από πάνω μου, τότε στον λόφο του Κολωνού!».

Ακολούθησε η εκπαίδευση σε μαχητικά Ρ-40 και Ρ-51, σε μία βάση κοντά στο Σάλσμπερυ, όπου οι Βρετανοί εκπαιδευτές έδιναν μεγάλη βάση στις πτήσεις χαμηλού ύψους και τις “τυφλές” πτήσεις οργάνων. Ο Πισσάνος ήταν ένας από τους λίγους Αμερικανούς εθελοντές που είχαν την τύχη να παρακολουθήσουν αυτή την εκπαίδευση από Βρετανούς πιλότους και τους ευγνωμονεί μέχρι σήμερα για αυτό. Το πρώτο πράγμα που του έμαθαν ήταν να απομνημονεύσει όλο τον πίνακα οργάνων. Το δεύτερο ήταν να πετάει χαμηλότερα από τις κορυφές των δένδρων.


Ο εκπαιδευτής του, ένας βετεράνος της Μάχης της Αγγλίας, επέμενε οι μαθητές του να γνωρίζουν με κλειστά μάτια την ακριβή θέση κάθε διακόπτη και οργάνου: όταν πετάς 100 m πάνω από το έδαφος με 500 km/h τα πάντα κρίνονται σε δέκατα του δευτερολέπτου. Δεν έχεις τον χρόνο να κοιτάξεις το κόκπιτ. Πρέπει να αναγνωρίζεις όλα τα εξαρτήματα από την αφή, χωρίς ποτέ να αποσπάς την προσοχή σου από το εξωτερικό περιβάλλον. Μία φορά μαζί με τον εκπαιδευτή πετούσαν χαμηλά σε ασκήσεις πολυβολισμού εδάφους. Ο Πισσάνος έβλεπε γύρω του τις φιγούρες των δένδρων να περνούν με ιλιγγιώδη ταχύτητα δίνοντάς του την εντύπωση ότι οι άκρες της έλικας ήταν έτοιμες να αγγίξουν το χώμα. Τότε άκουσε από τα ακουστικά του τη φωνή τού εκπαιδευτή: «Ε, ανόητε, πετάς πολύ ψηλά, έλα χαμηλότερα!». Αργότερα συνειδητοποίησε το νόημα αυτής της εκπαίδευσης: όσο χαμηλότερα πετάς προς το έδαφος, τόσο δυσκολότερα γίνεσαι στόχος για κάποιον που σε καταδιώκει. Το 1942 η RAF είχε ήδη αρχίσει τις προσβολές επιγείων στόχων στην κατεχόμενη Γαλλία και η εμπειρία που είχαν αποκτήσει οι πιλότοι της από αυτές τις αποστολές θα αποδεικνυόταν πολύτιμη για την επιβίωση των άπειρων Αμερικανών πιλότων.

Εκείνο τον καιρό οι αμερικανικές δυνάμεις κατέφθαναν σε όλο και μεγαλύτερους αριθμούς στην Αγγλία και αναζητούσαν εμπειροπόλεμους πιλότους για να επανδρώσουν την αεροπορία τους, οπότε ζήτησαν την ένταξη της 71ης Μοίρας στην USAF. Η μετάβαση ωστόσο δεν αποδείχθηκε εύκολη υπόθεση. Κάποιοι αρνήθηκαν να εγκαταλείψουν το κύρος της RAF στην οποία είχαν λάβει το βάπτισμα του αέρα και του αίματος, ενώ άλλοι, με τον “αέρα” του βετεράνου απαίτησαν να ενταχθούν στην Αμερικανική Αεροπορία με τον βαθμό του ταξιάρχου! Ωστόσο μετά από κάποιες έντονες διαπραγματεύσεις η αμερικανική ανώτατη διοίκηση πέτυχε την πλήρη ένταξη των τριών Μοιρών στην Αμερικανική 8η Αεροπορική Δύναμη και την 4η Σμηναρχία Μαχητικών. H 71η Μοίρα του Πισσάνου μετονομάστηκε σε 334 και από τις 24 Οκτωβρίου 1942 τα βρετανικά εθνόσημα στην άτρακτό του αντικαταστάθηκαν από τα αμερικανικά.


Στις 3 Μαΐου 1943 ο Σπύρος θα είναι ο πρώτος μη-Αμερικανός πολίτης ο οποίος θα αποκτήσει την αμερικανική υπηκοότητα εκτός αμερικανικού εδάφους, στην Αμερικανική πρεσβεία του Λονδίνου, με το όνομα Steve Pisanos. Την επόμενη μέρα, μία πινακίδα κρεμασμένη έξω από την λέσχη αξιωματικών του Ντέμπντεν έγραφε: «Οι μπύρες κερασμένες από τον Αμερικανό Στηβ Πιζάνο!».
Οι American Eagle στις 24 Οκτωβρίου 1942 συγχωνεύτηκαν με την 4η Μοίρα Δίωξης (4th Fighter Group) της USAAF, που είχε την έδρα της στο Ντέμπντεν, κοντά στο Στάνστεντ. Ο Πισσάνος ήταν ο μόνος μη Αμερικανός σε αυτήν την ομάδα, οπότε του προτάθηκε μια άμεση αλλαγή εθνικότητας, που ακολούθησε και μια μετονομασία σε Steven. Στο εξής θα ήταν ο Υποσμηναγός Steven Pissanos, του Σμήνους 334 της 4th FG, αλλά σύντομα, όταν σημείωσε τις πρώτες του καταρρίψεις σε ένα P-47C (Miss Plainfield) οι τοπικές εφημερίδες της γειτονιάς του στο Plainfield του Νιού Τζέρσεϊ τον αναφέρουν σαν τον «Ιπτάμενο Ελληνα» (The Flying Greek).

Θα παραμείνει πάντοτε μία αγαπητή μορφή ανάμεσα στους συναδέλφους του και θα συνδεθεί φιλικά με τον ανερχόμενο άσσο  Ντον Τζεντίλε, με τον οποίο μοιράζονταν το ίδιο δωμάτιο. Την άνοιξη του 1943 τα Spitfire της 4ης σμηναρχίας αντικαταστάθηκαν από τα νέα αμερικανικά P-47 Thunderbolt τα οποία στο εξής θα εκτελούσαν αποστολές προσβολής επιγείων στόχων και συνοδείας βομβαρδιστικών πάνω από την κατεχόμενη Γαλλία, κυρίως μεταξύ Βουλώνης, Σαιντ Ομέρ και Χάβρης. Οι Αμερικανοί πιλότοι, συνηθισμένοι στις κομψές γραμμές του Spitfire κοίταξαν με δυσπιστία το ογκώδες και άχαρο Thunderbolt, αλλά μετά από λίγο καιρό άρχισαν να εκτιμούν την απίστευτη ανθεκτικότητά του να απορροφά τα εχθρικά πλήγματα και να εξακολουθεί να πετά. Στις 21 Μαΐου ο Σπύρος πέταξε την πρώτη του αποστολή με το Ρ-47 “QP-D”, διακοσμημένο με το προσωπικό του έμβλημα, την “Miss Plainfield”, από το όνομα της πόλης που έζησε τα πρώτα μεταναστευτικά του χρόνια στην Αμερική.


Τα Me-109 και Fw-190 της III/JG26 σηκώθηκαν να αναχαιτίσουν τους εισβολείς, αλλά βρέθηκαν σε χαμηλότερο ύψος από τα Thunderbolt της 334. Η βύθιση ενός οκτάτονου Thunderbolt ήταν μία άσχημη εμπειρία τόσο για τους Γερμανούς, όσο και για τους Αμερικανούς πιλότους. Σε μία παρατεταμένη βύθιση η ταχύτητα του ογκώδους και στιβαρού μαχητικού άγγιζε το φράγμα του ήχου. Το αεροσκάφος τρανταζόταν ολόκληρο και έχανε την ευστάθειά του, αλλά ταυτόχρονα οποιοσδήποτε δεχόταν μία τέτοια επίθεση δεν προλάβαινε να καταλάβει τι τον είχε χτυπήσει. Η εμπειρία έλεγε ότι τα γερμανικά μαχητικά ήταν καταδικασμένα, αλλά τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν ακριβώς έτσι. Οι Γερμανοί πιλότοι απέδειξαν για μία ακόμη φορά την δεξιοτεχνία τους καταρρίπτοντας τρία Ρ-47 μέσα σε λίγα λεπτά. Εκείνη τη μέρα όμως ο Σπύρος σημείωσε την πρώτη του νίκη -ένα Fw-190 πάνω από την Γάνδη του Βελγίου.

Έχοντας μπει για τα καλά στο “πετσί” του πιλότου των μαχητικών, ο Σπύρος πλημμυριζόταν τώρα από όλα εκείνα τα συναισθήματα που γεννούσε μέσα του το νέο του επάγγελμα. Ο πιλότος του Β΄ ΠΠ δεν χρειαζόταν μόνο εξαίρετη όραση, αλλά ακόμη θάρρος και αποφασιστικότητα. Έπρεπε να γνωρίζει απέξω τους κανόνες και τις τακτικές, να είναι θαρραλέος και επιθετικός, χωρίς όμως να είναι επιπόλαιος γιατί οι επιπόλαιοι δεν ζούσαν για πολύ. Έπρεπε να γνωρίζει τις δυνατότητες και τις αδυναμίες του αεροπλάνου του, αλλά και εκείνες του αντιπάλου του. Ταυτόχρονα όμως υπήρχαν και κάποια άλλα χαρακτηριστικά που έκαναν έναν πιλότο μαχητικών να ξεχωρίζει: «Όταν ένας πιλότος μπαίνει μέσα σε ένα μπάρ η ξενοδοχείο αφήνει το πρώτο κουμπί της στολής του ανοιχτό. Αυτό είναι το “σήμα κατατεθέν” -σημαίνει ότι πετάει στα καταδιωκτικά, τραβώντας φυσικά και την προσοχή του αντίθετου φύλλου!».

Στις πρώτες πρωινές ώρες της 12ης Αυγούστου ακολούθησε άλλη μία αποστολή συνοδείας βομβαρδιστικών κατευθυνόμενων προς το Ρουρ, αλλά κατά την πορεία ο καιρός χάλασε τα σχέδια των επιδρομέων και τα βομβαρδιστικά απελευθέρωσαν τις βόμβες τους σε διάφορους ευκαιριακούς στόχους. Η μέρα εκείνη αποδείχθηκε ως μία από τις πιο επιτυχημένες των γερμανικών καταδιωκτικών, αλλά μέσα στο πανδαιμόνιο των αερομαχιών  ο Πισσάνος σημείωσε την δεύτερη νίκη του καταρρίπτοντας ένα Me-109 πάνω από το Βάλχερεν της Ολλανδίας.

Στις 29 Ιανουαρίου 1944 τα βομβαρδιστικά της 8ης Αεροπορικής Δύναμης εμφανίστηκαν και πάλι, συνοδευόμενα από μία απίστευτη δύναμη 16 σμηναρχιών καταδιωκτικών. Παρά τα πυκνά σύννεφα πάνω από την περιοχή του στόχου, τα 803 βομβαρδιστικά απελευθέρωσαν τις βόμβες στην Φρανκφούρτη, ενώ η Luftwaffe, παρά τις προσπάθειές της, δεν κατάφερε να συγκεντρώσει όλα της τα μαχητικά εναντίον της επιδρομής. Εκείνη τη μέρα ο Σπύρος θα σημειώσει την πρώτη του διπλή νίκη, καταρρίπτοντας δύο Me-109, κατά πάσα πιθανότητα JG 2, πάνω από το Άαχεν.

Από τον Φεβρουάριο η USAF εξοπλίστηκε με τα νέα μαχητικά μακράς εμβελείας, Mustang P-51B, αγγίζοντας πλέον ακόμα και την ίδια την πρωτεύουσα του Γ΄ Ράϊχ. Στις 3 Μαρτίου η USAF θα επιχειρήσει την πρώτη της επιδρομή εναντίον του Βερολίνου και ο Πισσάνος θα είναι ο πρώτος Έλληνας ο οποίος θα λάβει μέρος σε μία τέτοια αποστολή, πετώντας με το νέο μαχητικό. Αν και στo ρύγχος του δεν υπάρχει πλέον το προσωπικό έμβλημα του Σπύρου, η “Miss Plainfield”, το Mustang φέρει στην άτρακτό του τα προηγούμενα κωδικά “QP-D”. Παρά την πρόθεση τους να προκαλέσουν τα γερμανικά καταδιωκτικά σε μάχη, η αποστολή ματαιώθηκε και πάλι λόγω των καιρικών συνθηκών.

Ήταν μία επιθετική περιπολία πάνω από τις βελγικές και ολλανδικές ακτές, καθώς τα βομβαρδιστικά θα κατευθύνονταν εναντίον στόχων στη Γερμανία.

Η 5η Μαρτίου 1944 θα είναι μία εντελώς ξεχωριστή μέρα στην ζωή του Σπύρου Πισσάνου. Εκείνη τη μέρα ο Σπύρος θα σημειώσει τις δύο τελευταίες καταρρίψεις της σταδιοδρομίας του, θα συμπεριληφθεί επίσημα στον κατάλογο των άσσων της 8ης Αεροπορικής Δύναμης και θα  εμπλακεί σε μία συνταρακτική περιπέτεια έξι μηνών η οποία αργότερα θα γραφτεί στον τύπο και θα κυκλοφορήσει σε βιογραφικά βιβλία.

Ήταν μία αποστολή συνοδείας βομβαρδιστικών πάνω από το Μπορντώ. Καθοδόν προς το σημείο συνάντησης δεν συνάντησαν προβλήματα, αλλά κατευθυνόμενοι προς νότο δέχθηκαν επίθεση μεγάλων αριθμών Me-109. Τα μαχητικά συνεπλάκησαν, ανακατεύτηκαν και διασκορπίστηκαν δεξιά κι αριστερά. Κάποια στιγμή βρέθηκε πίσω από ένα γερμανικό που το κατέρριψε με μία σύντομη ριπή, ενώ μετά από λίγα λεπτά, αρκετά νοτιότερα, σχεδόν πάνω στα Πυρηναία, θα καταστρέψει ένα δεύτερο. Κατά τη διάρκεια της επιστροφής όμως, ο Πισσάνος απομακρύνθηκε από τον σχηματισμό του πλησιάζοντας την Χάβρη σε χαμηλό ύψος και τότε ο κινητήρας του άρχισε να δουλεύει άρρυθμα. Υποψιάστηκε τα μπουζί τα οποία συνήθως δεν άντεχαν πάνω από 6-7 ώρες πτήσης.


... και τότε ο κινητήρας του άρχισε να δουλεύει άρρυθμα ...

 Όταν ζήτησε βοήθεια από τον ασύρματο του είπαν να κατευθυνθεί βορειότερα. Από το έδαφος όμως οι Γερμανοί είχαν ήδη αντιληφθεί το εχθρικό μαχητικό και άρχισαν να το βάλλουν, ενώ εκείνος προσπαθούσε να συγκρατήσει το αεροπλάνο στον αέρα όσο περισσότερο γινόταν, για να απομακρυνθεί από τα πυρά τους.
Όταν ο κινητήρας τον εγκατέλειψε οριστικά πέταξε την καλύπτρα, έβγαλε τα γυαλιά, την κάσκα, τα γάντια και προσπάθησε να βγει από την αριστερή πλευρά του κόκπιτ. Υποψιάστηκε τα μπουζί τα οποία συνήθως δεν άντεχαν πάνω από 6-7 ώρες πτήσης. Όταν ζήτησε βοήθεια από τον ασύρματο του είπαν να κατευθυνθεί βορειότερα. Από το έδαφος όμως οι Γερμανοί είχαν ήδη αντιληφθεί το εχθρικό μαχητικό και άρχισαν να το βάλλουν, ενώ εκείνος προσπαθούσε να συγκρατήσει το αεροπλάνο στον αέρα όσο περισσότερο γινόταν, για να απομακρυνθεί από τα πυρά τους. Όταν ο κινητήρας τον εγκατέλειψε οριστικά πέταξε την καλύπτρα, έβγαλε τα γυαλιά, την κάσκα, τα γάντια και προσπάθησε να βγει από την αριστερή πλευρά του κόκπιτ.

 Πάτησε με το πόδι στο φτερό τραβώντας με το χέρι το κορδόνι της σωστικής λέμβου, το οποίο όμως είχε σφηνωθεί μέσα στο πιλοτήριο. Τράβηξε έναν σουγιά από την τσέπη του και το έκοψε. Τότε παρατήρησε ότι το έδαφος μπροστά του ήταν ιδανικό για αναγκαστική προσγείωση: μία απέραντη κενή πεδιάδα, με μοναδική εξαίρεση εκείνον τον ολομόναχο αχυρώνα πάνω στον οποίον κατευθυνόταν το αεροπλάνο του! Ξαναμπήκε πανικόβλητος μέσα στο πιλοτήριο και τράβηξε πίσω το χειριστήριο, όσο χρειαζόταν για να αποφύγει τη σύγκρουση. Μετά από αυτόν τον ελιγμό και με τον κινητήρα νεκρό, το αεροπλάνο έχασε εντελώς την στήριξή του. Το δεξί φτερό άγγιξε το έδαφος, αποκολλήθηκε από την άτρακτο και η δύναμη της πρόσκρουσης τίναξε το σώμα του δεκάδες μέτρα μακριά, ανάμεσα από τα ακίνητα φύλλα της έλικας. Το μοναδικό πράγμα που ένιωσε ήταν ένας οξύς πόνος στον ώμο. Σηκώθηκε και προσπάθησε να βάλει φωτιά στο αεροσκάφος, αλλά εκείνη τη στιγμή ένα γερμανικό πολυβόλο άρχισε να τον γαζώνει. Έτρεξε στο πλησιέστερο δάσος ακούγοντας δίπλα του τις σφαίρες να σφυρίζουν. Βούτηξε σε κάτι θάμνους με τα κλαδιά να τον γδέρνουν, ακούγοντας τους Γερμανούς να τρέχουν πίσω του. Μόλις απομακρύνθηκαν συνεχίζοντας να ερευνούν το δάσος, εκείνος σηκώθηκε και βρήκε ένα άνοιγμα που οδηγούσε σε ένα ξέφωτο και κατάφερε τελικά να διαφύγει περιπλανώμενος στη Νορμανδία για τις επόμενες πέντε μέρες.

Την πρώτη νύχτα κούρνιασε κάτω από μία γέφυρα, την δεύτερη σε ένα εγκαταλελειμμένο σπίτι και την τρίτη μέσα σε μία θημωνιά από άχυρα. Κατά τις 02.00 μετά τα μεσάνυχτα μία γερμανική περίπολος σταμάτησε εκεί για να ξαποστάσει, χωρίς όμως να προβεί σε καμία έρευνα. Την πέμπτη μέρα εντόπισε ένα μικρό χωριό στο οποίο κατέφυγε αναζητώντας άσυλο. Οι χωρικοί τον κοίταξαν παράξενα, μέσα στη λασπωμένη στολή του. Ένας νεαρός τον πλησίασε.

«Άγγλος;», τον ρώτησε.

«Αμερικανός», απάντησε.

Ο νεαρός τον τράβηξε βιαστικά από το μανίκι και τον έκρυψε στο σπίτι του. Οι κάτοικοι ανέλαβαν την προστασία του, αλλάζοντάς του καταφύγιο κάθε τέσσερις μέρες σε διαφορετικά χωριά της περιοχής. Την ενδέκατη νύχτα τον πλησίασαν δύο Γάλλοι οι οποίοι άρχισαν να του υποβάλλουν ερωτήσεις στα αγγλικά για να εξακριβώσουν την ταυτότητά του. Το επόμενο πρωί επέστρεψαν μαζί με έναν αστυνομικό λέγοντάς του:

 -Ώστε είσαι ο «Ιπτάμενος Έλληνας! Επικοινωνήσαμε με το Λονδίνο και μας επιβεβαίωσαν όσα μας είπες». Έπεσαν επάνω του και άρχισαν να τον φιλούν…

Τον εφοδίασαν με μία πλαστή ταυτότητα στο όνομα Ζαν-Κλωντ Μπουαγιέ και μία πλαστή ιστορία ζωής: ήταν μηχανικός από τη Μασσαλία και είχε υπηρετήσει στο γαλλικό πυροβολικό, από το οποίο αποστρατεύθηκε λόγω κώφωσης. Την επόμενη μέρα τον οδήγησαν σε ένα υπαίθριο ιατρείο στο οποίο κυμάτιζε η γερμανική σημαία!  Οι Γάλλοι τον καθησύχασαν και του είπαν να μη μιλάει εκείνος, θα τα αναλάμβαναν όλα αυτοί. Μπήκε στο ακτινογραφικό μηχάνημα το οποίο χειριζόταν ένας Γερμανός στρατιώτης και μετά τις εξετάσεις βρέθηκε να κρατάει έναν φάκελο γεμάτο ακτινογραφίες. Τίποτα ανησυχητικό: απλά ένα οστό του ώμου είχε μετατοπιστεί. Έφταιγε η πτώση από ένα δένδρο καθώς δούλευε στο κτήμα μίας θείας του όπου εργαζόταν, όπως εξήγησαν οι Γάλλοι συνοδοί του, ενώ εκείνος εξακολουθούσε να σιωπά σαν πραγματικός κωφός. Με μία απότομη και οδυνηρή χειρονομία του γιατρού ο ώμος επανήλθε στη θέση του. Mέσα στις επόμενες μέρες τον μετέφεραν σε ένα σπίτι στο Παρίσι και εκείνος ζήτησε να φυγαδευτεί σε κάποια ουδέτερη χώρα, όπως η Ισπανία, από όπου θα μπορούσε να επιστρέψει στην Αγγλία. Οι Γάλλοι όμως του είπαν ότι την συγκεκριμένη στιγμή κάτι τέτοιο ήταν πολύ δύσκολο. Αντίθετα θα ήταν πολύ περισσότερο ασφαλής αν παρέμενε μαζί τους στο Παρίσι.

Για τους συναδέλφους του φυσικά ο Σπύρος θεωρείτο επίσημα αγνοούμενος, ανεπίσημα νεκρός. Ο Ντον Τζεντίλε είχε χάσει τον καλύτερο φίλο του και είχε απομείνει να αναπολεί τα σχέδια που έκαναν για την ζωή τους μετά τον πόλεμο. Αλλά και ο Σπύρος την ίδια στιγμή δεν είχε την πολυτέλεια να σκέφτεται το μέλλον. Προκειμένου να αποφύγει τις έρευνες της Γκεστάπο, οι Γάλλοι αντιστασιακοί τον μετακινούσαν συχνά σε διαφορετικά σπίτια. Παρόλα αυτά δύο φορές έπεσε σε μπλόκο. Την δεύτερη φορά οι Μακί υποχρεώθηκαν να διαφύγουν μέσα από τους υπονόμους, όπου παρέμειναν για μισή ώρα μέσα στα βρωμερά νερά των αγωγών, προσπαθώντας να αποφύγουν κάποιους αρουραίους σε μέγεθος γάτας.

Σύντομα η παρέα των Γάλλων αντιστασιακών και του Σπύρου, πλουτίστηκε και από την παρουσία ενός Άγγλου πιλότου, μαζί με τον οποίον είχαν φυγαδευτεί στο διαμέρισμα ενός ζεύγους. Ο Άγγλος συνάδελφός του, με το φλέγμα και την ψυχραιμία που χαρακτήριζε τον λαό του, είχε την κακή συνήθεια να παίζει πιάνο, τραγουδώντας με τα παράθυρα ορθάνοιχτα, παρά την ισχύουσα αμοιβή των 50.000 φράγκων για εκείνον ο όποιος θα κατέδιδε κάποιον πιλότο που είχε καταρριφθεί -ένα δελεαστικό ποσό το οποίο γρήγορα έπεισε κάποιον γείτονα να καλέσει την Γκεστάπο. Όταν κτύπησε το κουδούνι της πόρτας, οι δύο πιλότοι βγήκαν στο μπαλκόνι του 5ου ορόφου που βρισκόταν το διαμέρισμα και διέφυγαν πηδώντας στα μπαλκόνια των χαμηλότερων ορόφων. Επέστρεψαν κατά τον ίδιο τρόπο όταν τελείωσε ο έλεγχος. Τις επόμενες μέρες φυγαδεύτηκαν σε νέο καταφύγιο.

Η παραμονή του στην γαλλική αντίσταση είχε παραταθεί τόσο καιρό, ώστε τελικά άρχισε να συμμετέχει ενεργά και ο ίδιος. Ένα απόγευμα εκτελώντας μία “αναγνωριστική” βόλτα στον Σηκουάνα μαζί με μία κοπέλλα, παρατήρησε κάτι γερμανικές φορτηγίδες, αραγμένες σε τακτά διαστήματα των 20 περίπου χιλιομέτρων η κάθε μία. Στο κατάστρωμά τους διέκρινε πολλές παράξενες σωληνώσεις και στρόφιγγες. Η κοπέλα του είπε ότι εξ αιτίας των βομβαρδισμών των αεροδρομίων οι Γερμανοί μετακινούσαν τη νύχτα τα καύσιμα των αεροσκαφών στις φορτηγίδες και το πρωί τα μετέφεραν πάλι με φορτηγά στα αεροδρόμια. Η πληροφορία μεταβιβάστηκε σε έναν Αμερικανό πράκτορα της O.S.S. και μετά από δύο εβδομάδες οι φορτηγίδες βομβαρδίζονταν από τα Β-17.

Στη συνέχεια ανέλαβε αποστολές τοποθέτησης εκρηκτικών, ειδικά κατά την περίοδο προετοιμασίας της συμμαχικής απόβασης στη Νορμανδία. Σε μία περίπτωση στόχος της ομάδας ήταν μία εφοδιοπομπή γερμανικών φορτηγών. Ο Σπύρος θα έδινε το σύνθημα για την επίθεση ρίχνοντας μία χειροβομβίδα στο πρώτο φορτηγό για να ακινητοποιηθούν τα υπόλοιπα. Η χειροβομβίδα όμως ήταν γερμανική και πιθανότατα σαμποταρισμένη από κάποιον αιχμάλωτο εργάτη, οπότε όταν έφθασε η κατάλληλη στιγμή ο Σπύρος διαπίστωσε ότι δεν μπορούσε να αφαιρέσει την ελαττωματική περόνη! Τράβηξε το Sten και άρχισε να θερίζει αδιάκριτα. Τα πολυβόλα των υπολοίπων αντιστασιακών ενώθηκαν με το δικό του και η φάλαγγα εξουδετερώθηκε.

Το αποκορύφωμα της αντιστασιακής δράσης του στο Παρίσι εκδηλώθηκε λίγες μέρες πριν την απελευθέρωσή του, όταν ο Χίτλερ είχε αποφασίσει να καταστρέψει την γαλλική πρωτεύουσα πριν την αποχώρηση των γερμανικών δυνάμεων. Κατόπιν διαταγής του είχαν τοποθετηθεί εκρηκτικά σε σημαντικά παρισινά μνημεία, καθώς και γέφυρες του Σηκουάνα. Αποστολή της ομάδας του Πισσάνου ήταν να εντοπίσουν και να εξουδετερώσουν τους μηχανισμούς, αφήνοντάς τους όμως άθικτους ώστε να δείχνουν έτοιμοι για πυροδότηση.

Τελικά θα αναγκαστεί να περιμένει μέχρι την απελευθέρωση του Παρισιού, για να επιστρέψει στο Λονδίνο. Μετά όμως από έξι μήνες παραμονής στη Γαλλία, διαφυγών από τις γερμανικές περιπόλους και συνεργασίας με την γαλλική αντίσταση, μία μεγάλη απογοήτευση τον περίμενε στην αγγλική πρωτεύουσα. Εκεί του ανακοινώθηκε ότι η επιχειρησιακή του σταδιοδρομία είχε λήξει! Ήταν ένα πάγιο μέτρο ασφάλειας για όλους εκείνους που είχαν βρεθεί στην Γαλλική αντίσταση, ώστε εάν καταρρίπτονταν πάλι και συλλαμβάνονταν να μην παραδώσουν στοιχεία για το αντιστασιακό δίκτυο. Για την δράση του στην Γαλλική αντίσταση τιμήθηκε με τον Γαλλικό Πολεμικό Σταυρό με Αργυρούν Αστέρα, καθώς και το αμερικανικό μετάλλιο της Πορφυρής Καρδιάς (Purple Heart) για τον τραυματισμό του. Από τις 9 Σεπτεμβρίου 1944, με τον βαθμό του υπολοχαγού, ανέλαβε πλέον νέα καθήκοντα.

  Η επιστροφή του στο Πλαίηνφηλντ πήρε διαστάσεις υποδοχής ήρωα και προς τιμήν του οργανώθηκε μία γιορτή στο ίδιο ξενοδοχείο στο οποίο κάποτε εργαζόταν σαν σερβιτόρος. Ωστόσο ο 25χρονος θρυλικός πλέον «Ιπτάμενος Έλληνας», παρέμενε πάντοτε ένας παθιασμένος πιλότος. Με την νέα του μετάθεση στην Μεραρχία Δοκιμαστικών Πτήσεων σε μία βάση του Οχάιο, η νέα του αποστολή ήταν εκείνη του δοκιμαστή πιλότου εχθρικών αεροσκαφών που είχαν αιχμαλωτιστεί. Εκεί είχε την μοναδική ευκαιρία να πετάξει μέσα στα κόκπιτ των διασημότερων μαχητικών του Άξονα, Me-109, Fw-190, Me 262, Zero, αλλά και να συναντηθεί με τον Ντόν Τζεντίλε και τον Τσάκ Γέγκερ, τον πρώτο πιλότο ο οποίος έσπασε το φράγμα του ήχου.

Τον Φεβρουάριο του 1946 ο Σπύρος Πισσάνος είχε ουσιαστικά ολοκληρώσει την θητεία του, αφού γνώριζε ότι δεν θα μπορούσε να παραμείνει επαγγελματικά σαν ανώτερος αξιωματικός στην USAF, επειδή δεν διέθετε πτυχίο ανωτέρων σπουδών. Είχε όμως την τύχη να προσληφθεί από την TWA, πετώντας αρχικά με το περίφημο πλέον DC-3 Dakota και αργότερα ένα τετρακινητήριο Constellation.

Εκείνο τον καιρό γνώρισε και την μέλλουσα σύζυγό του, την Ελληνίδα Σοφία Παππά, την οποία και θα νυμφευθεί στις 30 Ιουνίου 1946. Κουμπάρος στον γάμο τους, ο Ντον Τζεντίλε! Ο γάμος αυτός διαρκεί μέχρι σήμερα και έγινε ο καρπός δύο παιδιών, του Τζέφρεϋ (από το Ζαφείρης!) και της Νταϊάνα.

Τελικά η εμπειρία του στην TWA του απέφερε το ανώτερο πτυχίο της Πολιτικής Αεροπορίας, αλλά εκείνος, συνηθισμένος στην βοή και την ταχύτητα ενός μαχητικού αεροπλάνου, δεν ικανοποιείτο από την πτήση των αργών επιβατικών και ιδιαίτερα σε μία εποχή όπου η πολεμική αεροπορία είχε διασπάσει το φράγμα του ήχου. Την ίδια στιγμή όμως η USAF είχε αρχίσει να εξοπλίζεται με αεριωθούμενα αεροσκάφη και ο Σπύρος ήταν ένας από τους ελάχιστους που διέθεταν στο ενεργητικό τους 100 ώρες πτήσης με αεροσκάφη της νέας τεχνολογίας, οπότε επανήλθε στην ενεργό υπηρεσία με τον βαθμό του λοχαγού, έχοντας ταυτόχρονα την ευκαιρία να σπουδάσει στο πανεπιστήμιο του Μαίρυλαντ, αποκτώντας έτσι το πολύτιμο εφόδιο των ακαδημαϊκών σπουδών το οποίο στεκόταν εμπόδιο στην σταδιοδρομία του για τόσα χρόνια. Αυτό του έδωσε την ευκαιρία να κάνει μία νέα αρχή φοιτώντας στην μεγαλύτερη Σχολή Πολέμου της Αμερικανικής Αεροπορίας. Έκτοτε υπηρέτησε διαδοχικά σε διάφορες επιτελικές θέσεις στην Αμερική, την Γερμανία, την Ιταλία, αλλά και του Βιετνάμ κατά τη διάρκεια του πολέμου. Κατόπιν αυτών, τον Σεπτέμβριο του 1951 προήχθη σε ταγματάρχη και τοποθετήθηκε ως υποδιοικητής σε Πτέρυγα Βαλλιστικών Βλημάτων.


Το 1970, με τον βαθμό πλέον του συνταγματάρχη, η μοίρα του επεφύλασσε μία αναπάντεχη επιστροφή σε εκείνα τα μέρη «…από όπου είχαν ξεκινήσει όλα αυτά»: την Ελλάδα! Του ανατέθηκε η διοίκηση της αποστολής της Αμερικανικής Βοήθειας προς την χώρα μας, μία θέση την οποία φυσικά ανέλαβε με μεγάλη συγκίνηση. Μετά την άφιξή του εδώ οι εργασίες του ήταν πολυποίκιλες, καλύπτοντας ολόκληρο το αμυντικό φάσμα της αεροπορίας μας η οποία εξοπλιζόταν τότε με τους κυριότερους τύπους των αμερικανικών πολεμικών αεροσκαφών. Στο Πεντάγωνο τον περιμένει μία ολόθερμη υποδοχή και του δίδεται η τιμή να παρουσιάσει στους αεροπόρους μας το “αθάνατο” Phantom F4E! Η συγκινητικότερη από τις αναμνήσεις του ήταν η παρέλαση των μαθητών της Σχολής Ικάρων στο Τατόϊ προς τιμήν του!

Το τέλος της παραμονής του στην Ελλάδα συνέπεσε και με την συμπλήρωση της 30ετούς θητείας του στην USAF. Τον Δεκέμβριο του 1973, σε ηλικία 54 χρονών ο Σπύρος Πισσάνος αποστρατεύθηκε. Τελειώνοντας αυτή την τόσο σημαντική περίοδο της ζωής του, εξομολογείται σήμερα:

«Αναπολώντας αυτή την Οδύσσειά μου στην Αμερική, την βρίσκω σαν μία καρποφόρα περιπέτεια. Κατάφερα να πραγματοποιήσω το παλιό μου όνειρο, να γίνω πιλότος μαχητικών και είχα την ευκαιρία να πετύχω τόσα άλλα πράγματα. Υπηρέτησα με τιμή την RAF και την USAF, τις μεγαλύτερες αεροπορικές δυνάμεις στον κόσμο, συμπληρώνοντας συνολικά 7.000 ώρες πτήσης σε 50 τύπους αεροσκαφών, από ελικοφόρα έως αεριωθούμενα, συμπεριλαμβανομένων και των F-102 και F-106 με τα οποία ξεπέρασα την ταχύτητα του ήχου».

Παρέμεινε πάντοτε ευγνώμων στην RAF και την USAF οι οποίες τον εκπαίδευσαν και τον αποδέχθηκαν ενώ ήταν ακόμα Έλλην πολίτης. Μπορούμε βέβαια να κατανοήσουμε και τους εντελώς προσωπικούς λόγους για τους οποίους αγάπησε την θετή πατρίδα του, την Αμερική: «Ήταν η Αμερική που μου έδωσε την ευκαιρία να πραγματοποιήσω το όνειρό μου, όταν για πρώτη φορά πάτησα το πόδι μου στις ακτές της το 1938, με επτά δολάρια στην τσέπη, χωρίς μέρος να μείνω και χωρίς να γνωρίζω τη γλώσσα. Για αυτό θα της είμαι αιώνια ευγνώμων».


Συνταξιοδοτήθηκε το 1974, οπότε και επέστρεψε στις ΗΠΑ, στην οικία του στο Σαν Ντιέγκο. Κατά καιρούς επισκεπτόταν την Ελλάδα για να δει την αδελφή του που μένει στα Λιόσια και για να ξανακάνει εκείνη την παλιά διαδρομή του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου που τον οδηγούσε στην Κηφισιά και το Τατόι. Πέθανε σε ηλικία 96 ετών στις 9 Ιουνίου 2016 κι άφησε πίσω του τη σύζυγό του Σοφία κι ένα δισέγγονο.

Τον Νοέμβριο του 2017 αναμένεται μια μικρού μήκους ταινία για την ζωή του «Ιπτάμενου Έλληνα»



Για περισσότερες πληροφορίες για την ταινία δείτε εδώ και εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου