Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2017

Όταν η Κούβα εισχώρησε στη πυραμίδα του Γερμανικού ποδοσφαίρου



Δημήτρης Βαρσάνης



Το ποδόσφαιρο στη Κούβα είναι ένα μυστήριο στον έξω κόσμο. Το πρωτάθλημα είναι ερασιτεχνικό με την κυριολεκτική έννοια του όρου και η Εθνική ομάδα αγωνίζεται μόνο σε ένα ή δύο επίσημα παιχνίδια σε κάθε κύκλο προκριματικών του Παγκοσμίου Κυπέλλου πριν μείνει έξω.

Ενώ οι χώρες της Ευρώπης δεν είχαν καν ξεκινήσει την προσπάθεια τους για να φθάσουν στη Ρωσία το 2018, τα όνειρα της Κούβας διαγράφηκε από τον Ιούνιο του 2015 έναντι στη Κουρασάο του Patrick Kluivert. Αυτός μπορεί να ήταν ένας ιδιαίτερα πρόωρος αποκλεισμός για τα "Λιοντάρια της Καραιβικής" όμως σπάνια έφτανε πολύ πιο πέρα ​​και δεν έχει προκριθεί στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου από το 1938, όταν τεχνικώς της "προσφέρθηκε" η θέση.




Έμεινε μόνη για κάποιο χρονικό διάστημα, ειδικά από τη στιγμή που ο Fidel Castro κατέλαβε την εξουσία το 1959. Μέχρι τότε μερικά από τα μεγαλύτερα κλαμπ στη Νότια Αμερική όπως η Velez Sarsfield και η Colo Colo επισκέφθηκαν το νησί για τα ματς εκθέσεων, ενώ η Real Madrid και η Espanyol συγκλόνισαν το κόσμο όταν πραγματοποίησαν εκεί ένα φιλικό παιχνίδι. Όλα αυτά άλλαξαν υπό το κομμουνιστικό καθεστώς του Castro όταν ίδρυσε το Εθνικό Ινστιτούτο Αθλητισμού, Φυσικής Αγωγής και Αναψυχής και απαγόρευσε το επαγγελματισμό.




Παρά το γεγονός ότι το ποδόσφαιρο ήταν απίστευτα δημοφιλές, ιδιαίτερα μεταξύ των ομογενών οικογενειών, ο ερασιτεχνικό αθλητισμός προωθήθηκε από τη δεκαετία του '60 και μετά με την πυγμαχία και το μπέιζμπολ να δίνεται ιδιαίτερη έμφαση, δεδομένου ότι θα επέτρεπε στην Κούβα την ευκαιρία να νικήσει τον αιώνιο εχθρό από όλα τα στενά της Φλόριντα στα δικά τους παιχνίδια . Οι Παναμερικανικοί Αγώνες και οι Ολυμπιακοί Αγώνες ήταν και οι δύο εξαιρετικές διοργανώσεις για τους μυώδεις Κουβανούς αθλητές να αναδειχθούν μπροστά από τον κόσμο και αυτά τα δύο  αθλήματα είχαν εξέχουσα θέση.




Με
την αυξανόμενη δημοτικότητα του ποδοσφαίρου στον υπόλοιπο κόσμο ωστόσο άρχισε να μετατοπίζεται η στάση του αθλήματος πίσω στο νησί της Καραϊβικής. Η εξουθενωτική πολιτική της απαγόρευσης κάθε παίκτη σε μια επαγγελματική ομάδα στο εξωτερικό από την ερασιτεχνική Εθνική ομάδα ίσχυε ακόμα, αλλά το σώμα του Κουβανέζικου ποδοσφαίρου ήθελε να βρει κάποιο τρόπο για να βελτιωθεί η ομάδα και να πετύχει το ίδιο είδος επιτυχίας της γειτονικής Τζαμάικα που συμμετείχε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998 όπου κέρδισε ακόμη και την Ιαπωνία στο Λυών.


Η εμβέλειά του ποδοσφαίρου είχε εξαπλωθεί όλο και περισσότερο από το τέλος αυτής της δεκαετίας, δημιούργηθηκαν ακόμα και προπονητικές εγκαταστάσεις στις ΗΠΑ το καλοκαίρι του 1994 όμως η Εθνική ομάδα της Κούβας παρέμεινε σε μια αμηχανία. Η Κούβα κατετάγη 159η στον κόσμο στη πρώτη παγκόσμια κατάταξη της FIFA το 1993. Ένα σύντομο πορφυρό μπάλωμα την έστειλε μέχρι την 68η το 1996 πριν το Έθνος βουτηχτεί το 1998 στη 107η. Κάτι έπρεπε να γίνει για να σταματήσει αυτή η αμηχανία.


Η Bonner Sport-Club είναι μια παθολογικά ανεπιτυχής Γερμανική ομάδα ποδοσφαίρου που εδρεύει στην αρκετά μεγάλη πόλη και πρώην πρωτεύουσα της Βόννης κοντά στα βελγικά σύνορα.

Κατά τη διάρκεια των 105 χρόνων της ιστορίας του, ο σύλλογος έχει παίξει μεταξύ της τρίτης και της κατηγορίας του Γερμανικού ποδοσφαίρου, με ένα-δύο χρόνια δόξας στη δεύτερη κατηγορία και άλλα δύο καταθλιπτικά χρόνια στη πέμπτη. Σε αυτό το διάστημα "κέρδισε μια φήμη για περίεργες δοσοληψίες και έγινε ακόμα και ο πρώτος Γερμανικός επαγγελματικός σύλλογος που δεν πήρε άδεια
  το 1977.



Στα τέλη του 1998 με τη Bonner στη Γερμανική Oberliga Nordrhein (τέταρτη κατηγορία) ο 52χρονος ιδιοκτήτης του συλλόγου Hans-Robert Viol κόλλησε σε ένα βίντεο του αγώνα μεταξύ της Κούβας και της Βραζιλίας που οι πρωταθλητές κόσμου εκείνου του έτους επικράτησαν 2-0. Ο Viol παρ 'όλα αυτά εντυπωσιάστηκε από τις επιδόσεις των νησιωτών και κοίταξε τη δυνατότητα να πάρει δύο από τους καλύτερους παίκτες τους:"Σκεφτήκαμε ότι ίσως θα μπορούσαμε να φέρουμε έναβ ή δύο Κουβανούς παίκτες στη Γερμανία" εξήγησε ο προπονητής του συλλόγου Rainer Thomas εκείνη τη χρονική στιγμή.

Ωστόσο η Ομοσπονδία της Κούβας ήταν ενάντια της ιδέας να επιτρέψει σε ορισμένα από τους παίκτες της να απομακρυνθούν από την υπόλοιπη ομάδα, ακόμη και σε έναν ημιεπαγγελματικό σύλλογο όπως η Bonner. Η απάντηση του Viol ήταν να πει στους Κουβανούς ότι αν πραγματικά θέλουν να κρατήσουν το σύνολο της μονάδας μαζί, τότε θα τους καλωσόριζε όλους. Περιέργως η Ομοσπονδία της Κούβας - με την ευλογία του Fidel Castro - συμφώνησε.


Μοναδική προϋπόθεση των Κουβανικών αρχών ήταν ότι η ομάδα δεν θα λάμβανε καμία αμοιβή, το οποίο ήταν σίγουρα κάτι το βολικό για το Γερμανικό φορέα. Στους ποδοσφαιριστές θα πρέπει να δίνονταν ένα μικρό μέρος χρημάτων για τα καθημερινά τους έξοδα, ενώ το φαγητό και η διαμονή στο σπίτι που βρίσκεται στην άκρη του δάσους στην κοιμισμένη πόλη της Rheinbach είχε επίσης κανονιστεί. Ως μέσο εναλλακτικής πληρωμής η Bonner έστειλε ποδοσφαιρικό εξοπλισμό - όπως μπάλες, μπότες και φανέλες - πίσω στην Κούβα. Αναφέρθηκε επίσης ότι στην Ομοσπονδία της Κούβας άνηκαν μόνο 11 μπάλες ποδοσφαίρου εκείνη την εποχή, έτσι αυτό ήταν σαφώς ευπρόσδεκτο.




"Δεν υπάρχει σχεδόν καμία υποδομή", δήλωσε ο Viol για το άθλημα στο νησί:"Υπάρχουν επίσης μερικοί ειδικοί προπονητές και κάποιοι χώροι κατάρτισης, αθλητικός εξοπλισμός και μια επιχειρησιακή οργάνωση. Κάτω από τη πρώτη κατηγορία, υπάρχουν μόνο τα επαρχιακά πρωταθλήματα τα οποία διαρκούν τρεις έως τέσσερις μήνες. Τον υπόλοιπο χρόνο οι παίκτες περνούν με κάτι άλλο την ώρα τους".


Δεδομένου ότι η ποδοσφαιρική Ομοσπονδία διέθετε τον ίδιο αριθμό μπάλων ποδοσφαίρου με τους παίκτες της αρχικής ενδεκάδας, δεν ήταν έκπληξη το γεγονός ότι το μηχάνημα του φαξ ήταν λίγο ελαττωματικό, οπότε η μεταγραφή των παικτών δεν έλαβε καμία επισημότητα μέχρι τον Ιανουάριο του 1999.




Εν τέλει όμως 15 ποδοσφαιριστές, ένας διερμηνέας, ένας μάγειρας, ένας μασέρ και δύο προπονητές - ένας από τους οποίους ήταν ο προπονητής της Κούβας William Bennett - προσγειώθηκαν στη Δυτική Γερμανία να γράψουν ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία του ποδοσφαίρου της χώρας. Πέρα από τον προικισμένο εξοπλισμό, η κύρια ανταμοιβή για τους Κουβανούς ήταν η προχωρημένη προπόνηση που αναμένονταν να λάβουν και οι προηγμένες εγκαταστάσεις:"Οι Κουβανοί θέλουν η ομάδα τους να είναι στην Ευρώπη προκειμένου να μάθουν τις τακτικές" είπε ο Viol ή όπως το έθεσε πιο όμορφα ο Simon Kuper: "Στη Γερμανία οι Κουβανοί πιστεύουν ότι οι παίκτες τους μπορούν να μάθουν πώς να παίζουν άσχημα για 120 λεπτά και στη συνέχεια να κερδίσουν στα πέναλτι".


Με τον δεδηλωμένο στόχο της συμμετοχής τους στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002, η Bonner συμφώνησε να βοηθήσει την Κούβα δημιουργώντας κάποιους αγώνες προπόνησης ενάντια σε άλλες χώρες της Ηπείρου όπως οι πρώτες ομάδες του Λουξεμβούργου και του Λιχτενστάιν και οι Under 21 της Ολλανδίας, του Βελγίου και της Γερμανίας . Οι 15 Κουβανοί θα προπονούνταν με τους παίκτες της Bonner και οι καλύτεροι από αυτούς θα έμπαιναν στο ρόστερ για τη σεζόν 1999-2000, ενώ οι υπόλοιποι θα παρέμειναν στη Γερμανία για να παίξουν με τις ρεζέρβες. Τι θα πήγαινε όμως στραβά;


Ενώ ήταν πρωτοφανές για μια ολόκληρη Εθνική ομάδα να εμφανιστεί σε μια ομάδα της τέταρτης κατηγορίας της Γερμανίας, η συμφωνία ήταν θεωρητική στο Διοικητικό συμβούλιο. Ο περιορισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με την υπογραφή πάνω από τρεις παίκτες εκτός της Ευρώπης δεν ίσχυε για τις ομάδες εκτός των δύο κορυφαίων κατηγοριών του Γερμανικού ποδοσφαίρου και η Ομοσπονδία της κούβας - η οποία εκπροσωπούσε τους παίκτες των αντίστοιχων τοπικών συλλόγων - διατήρησε τα δικαιώματα εγγραφής των ποδοσφαιριστών και ήταν χαρούμενη που οι παίκτες κίνηθηκαν στην Ευρώπη σε μια κατ'ουσίαν συμφωνία δανεισμού. Για το δεύτερο μισό της σεζόν 1998-1999, οι εισαγωγές ήταν τεχνικώς σε δοκιμή την επόμενη σεζόν και συνεπώς δεν μπορούσαν να αγωνιστούν σε επίσημους αγώνες πρωταθλήματος.

Η FIFA και η Ομοσπονδία της Γερμανίας εξέτασαν την υπόθεση όμως δεν μπορούσαν να βρουν κανένα στοιχείο για κάποιο αδίκημα και ως εκ τούτου πέντε Κουβανοί έκαναν το ντεμπούτο τους στη Bonner τον Απρίλιο του 1999 ως μέρος ενός αγώνα προπόνησης. Τα δύο φιλικά διεξήχθησαν ως μέρος αυτης της προετοιμασίας με τη Bonner να παίρνει τη νίκη με 2-0 επί της γειτονικής Tus Schmidt
ενώ στο άλλο παιχνίδι έφερε 1-1.


οι ντόπιοι δεν ήταν "ικανοποιημένοι" με αυτό που θεωρείται ένα φτηνό κόλπο από Viol. Τα Γερμανικά μέσα ενημέρωσης έδωσαν το παρατσούκλι «FC Fidel» στο σύλλογο, ενώ άλλες ομάδες εξέφρασαν τις ανησυχίες τους σχετικά με την κατάσταση. Ντόπιοι ποδοσφαιριστές της Bonner επίσης ήταν κατανοητά αναστατωμένοι:"Αν παίζεις στην ομάδα των ρεζερβών μας, τότε στην Κούβα θα μπορούσες πιθανότατα γίνεις ένας Διεθνής" κατήγγειλε ο μέσος της Bonner Norman Perschen στην εφημερίδα The Guardian.

Εν μέσω της κατακραυγής και της πίεσης από τη Γερμανική Ομοσπονδία ο Franz-Josef Antwerpes (ο πρόεδρος της περιφέρειας της Κολωνίας) παρενέβη. Με την άρνηση της βίζας που είχε υποσχεθεί, ο Antwerpes σκότωσε το φιλόδοξο πρότζεκτ μονομιάς.
 


Οι προσπάθειες των δύο μεριών ωστόσο δεν πήγαν εντελώς χαμένες. Οι περισσότεροι από την ομάδα επέστρεψαν στη πατρίδα τους, όχι όμως και όλοι τους. Μερικοί ήταν σε θέση να παραμείνουν στη γη των ποιητών και να κερδίσουν μια θέση στο ρόστερ της Bonner και τη βίζα μέσω συμβατικών μέσων, ενώ άλλοι έφυγαν πριν από την έναρξη του 21ου αιώνα.

Οι Yombel Aguado Crusellas και Lester Menéndez για παράδειγμα συμμετείχαν στο δεύτερο μισό της σεζόν 1999-1900, με το πρώτο να σκοράρει σε μια νίκη απέναντι στη δεύτερη ομάδα της FC Köln ενώ ο αμυντικός Vladimir Alejo Cordovés έμεινε για τρεις ολόκληρες χρονιές και επίσης σημείωσε ένα γκολ εναντίον της δεύτερης ομάδας της Gladbach.
Η σεζόν 1999-2000 όμως ήταν μια καταστροφή, με το κλαμπ να τερματίζει 15ο στην Oberliga Nordrhein και να υποβιβάζεται στη Verbandsliga Mittelrhein (πέμπτη κατηγορία) ακόμα κι αν θα επανερχόταν αμέσως μια χρονιά αργότερα.

Η Κούβα αποχώρησε από το Γερμανικό ποδόσφαιρο με μια δική της αποτυχία. Δεν κατάφερε να πάρει τη πρόκριση στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002 χάνοντας στα πέναλτι από τα Νησιά Μπαρμπάντος το Μάιο του 2000.


Στη πραγματικότητα αποκλείστηκε από τα Προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου ένα γύρο νωρίτερα από την ομάδα που στόχευε να πάει σε εκείνο του 1998. Έτσι, ακόμα κι αν ένας αριθμός παικτών στο γήπεδο εκείνη τη μέρα είχε εμπλακεί στη Γερμανική περιπέτεια του 1999 η ομάδα είχε κάνει ένα βήμα προς τα πίσω. Οι Osmin Hernández, Ariel Álvarez, Lázaro Dalcourt και Mario Pedraza Abreu έπαιξαν στους διπλούς αγώνες εναντίον των Νησιών Μπαρμπάντος και όλοι τους είχαν αγωνιστεί τουλάχιστον μία φορά για τη Bonner, ενώ ο Vladimir Alejo Cordovés έπαιζε ακόμα για το Γερμανικό σύλλογο εκείνη τη στιγμή.




Ωστόσο το πείραμα της Bonner θα απέδιδε τελικά αποτελέσματα με έμμεσο τρόπο μια δεκαετία αργότερα. Στις αρχές του 2008, ο Viol αποπλήρωσε το δανεισμό των 15 παικτών της Ομοσπονδίας της Κούβας οργανώνοντας το διορισμό του πρώην προπονητή των Bonner, Hannover και Eintracht Frankfurt Reinhold Fanz. Η καλή σχέση μεταξύ της Bonner και των ποδοσφαιρικών αρχών του νησιού είχε διατηρηθεί και όταν έμαθε ότι χρειάζεται ένα νέο προπονητή μίλησε με τον συμπατριώτη του για να πάρει το ρόλο. Ο Fnaz συμφώνησε.




Όπως είχε γίνει με τους ποδοσφαιριστές της Κούβας το 1999, η Ομοσπονδία της Κούβας έπρεπε να παράσχει στο νέο της προπονητή φαγητό και διαμονή στην Αβάνα  και το πιο παράξενο τη Cuba Libre, ένα ποτό που ο Fanz ήταν οπαδός του. Η συμφωνία ανέφερε επίσης ότι ο προπονητής θα μπορούσε να πηγαινοέρχεται μεταξύ της Γερμανίας και της Κούβας, με το προπονητικό του επιτελείο να αναλαμβάνει τις ημερήσιες προπονήσεις στην Αβάνα όταν ο Γερμανός δεν θα ήταν διαθέσιμος.



"Είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα δουλειά και είμαι πολύ χαρούμενος" είπε ο 54χρονος στη ιστοσελίδα της Γερμανικής Ομοσπονδίας εκείνη την χρονιά:"Στόχος μας είναι να εξασφαλίσουμε τη συμμετοχή μας για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2010 στη Νότια Αφρική." Αν και παραδέχθηκε ότι οι δύο πρώτες θέσεις του CONCACAF αναπόφευκτα θα πάνε στις ΗΠΑ και στο Μεξικό, ήταν αισιόδοξος ότι η ομάδα του θα μπορούσε να πάρει την τρίτη. "Θέλουμε να περάσουμε στο επόμενο μέρος και να αναλάβουμε ένα ηγετικό ρόλο στην Καραϊβική μπροστά από το Τρινιντάντ και Τομπάγκο, τη Κόστα Ρίκα και τη Γουατεμάλα."




Ένα από τα πρώτα πράγματα που έκανε ο Fanz ήταν να διοργανώσει δύο στρατόπεδα προπόνησης στη Γερμανία το καλοκαίρι του 2008. Το ένα στο Νότο τον Μάιο και τον άλλο στο βορρά τον Ιούλιο. Κάλεσε ακόμη και όλη την ομάδα στο σπίτι του στο Ehlershausen για καφέ κατά τη διάρκεια της διαμονής τους.




Το πρώτο στρατόπεδο προπόνησης προφανώς απέδωσε καρπούς, καθώς η ομάδα του νίκησε με συνολικό σκορ 8-3 την Αντίγκουα και Μπαρμπούντα σε δύο αγώνες στον προκριματικό γύρο τον Ιούνιο. Αυτό έδωσε στα "λιοντάρια" τη πρόκριση στη φάση των ομίλων όμως τους δόθηκε μια απίστευτα δύσκολη κλήρωση καθώς τοποθετήθηκε σε έναν όμιλο που αποτελούνταν από τις ΗΠΑ, το Τρινιντάντ και Τομπάγκο και τη Γουατεμάλα. Η τελευταία για λίγο δεν πήρε τη πρόκριση το 2006, ενώ οι δύο πρώτοι κατάφεραν να φτάσουν στα τελικά της Γερμανίας.




Όπως ήταν αναμενόμενο οι δύο πρώτοι ήταν αδίστακτοι. Ακόμα κι αν η Κούβα έκανε δύο από τις καλύτερες εμφανίσεις της εδώ και χρόνια, οι γείτονες τους τους κέρδισαν με 3-1 στην Αβάνα τον Αύγουστο, ενώ οι Αμερικανοί πέρασαν με την ισχνή νίκη του 1-0 από την πρωτεύουσα της Κούβας τον Σεπτέμβριο.


"Ήμασταν η καλύτερη ομάδα εναντίον του Τρινιντάντ και Τομπάγκο και μια ισοπαλία θα ήταν ένα δίκαιο αποτέλεσμα κατά των ΗΠΑ στην Αβάνα" δήλωσε ο Fanz μετά την πρώτη του γεύση από το Διεθνές ποδόσφαιρο. "Το πρόβλημα είναι ότι δεν είμαστε αρκετά ώριμοι και μας λείπει η Διεθνής εμπειρία, κάτι που θα μπορούσε να φανεί καλύτερα στο παιχνίδι εναντίον των ΗΠΑ. Πρέπει να είμαστε πιο επαγγελματίες, αυτή είναι η διαφορά μεταξύ ημών και των άλλων τριών ομάδων στον όμιλο μας. Οι παίκτες μου παίζουν όλοι τους στην Κούβα. Δεν έχουν καμία εμπειρία στο εξωτερικό. Αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημά μας. " 




Εκείνος είχε δίκιο. Δέκα χρόνια αφότου η Ομοσπονδία της Κούβας επέτρεψε στους παίκτες της να δοκιμάσουν το ξένο ποδόσφαιρο και την τακτική, οι περιορισμοί της ερασιτεχνικής πολιτικής τους ακόμα πλήγωναν τις πιθανότητές τους να ανταγωνιστούν σε Διεθνές επίπεδο.

Τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν το 2013, πολύ μετά αφότου ο Fanz είχε αφήσει τη θέση του τον Οκτώβριο του 2008 όταν η ομάδα της Κούβας είχε αποκλειστεί και μαθηματικά από μια θέση για τη Νότια Αφρική. Ως μέρος της αύξησης της δυτικοποίησης του νησιού, οι κανονισμοί άλλαξαν το 2016 επιτρέποντας στους Κουβανούς να υπογράφουν σε επαγγελματικες ομάδες συμβόλαια μόνο αν οι φόροι πληρώνονταν στην κουβανική κυβέρνηση για οποιοδήποτε εισόδημα.




Αυτή ήταν μια μνημειώδης αλλαγή κανόνα για τους παίκτες που προσπαθούσαν να ξεφύγουν από το νησί σε αναζήτηση ενός επαγγελματικού συμβολαίου, κάτι που τουλάχιστον 30 ποδοσφαιριστές το είχαν κάνει από τη Γερμανική περιπέτεια τους στην Bonner. Τώρα θα μπορούν να πετυχαίνουν τους αθλητικούς τους στόχους με νόμιμο τρόπο. Ως εκ τούτου οι 22χρονοι Maykel Reyes και Abel Martínez έγιναν οι πρώτοι Κουβανοί που επωφελήθηκαν από αυτόν τον κανόνα όταν υπέγραψαν τα ιστορικά επαγγελματικά τους συμβόλαια με το Μεξικάνικο σύλλογο της Cruz Azul στη χειμερινή μεταγραφική περίοδο του 2016


Πολλοί περισσότεροι ανέμεναν να ακολουθήσουν τα βήματά τους αξιοποιώντας στο έπακρο την ευκαιρία να παίξουν στο εξωτερικό. Μένει να δούμε το αν ή όχι οι παίκτες θα κάνουν μια εξέργεση σαν το 1999 που υπέγραψαν για τη Bonner Sport-Club.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου