Τετάρτη 5 Απριλίου 2017

Ο κόσμος των Ultras: Οι πολεμιστές του Μοντεβιδέο


Δημήτρης Βαρσάνης

Είναι ένα γνωστό γεγονός ότι οι πρωτεύουσες στις περισσότερες χώρες είναι πιθανότερο να διαθέτουν περισσότερους εκπρόσωπους από άλλες πόλεις και η πρωτεύουσα της Ουρουγουάης το Μοντεβιδέο είναι μια τέλεια αναπαράσταση σε αυτό.

Όμως αυτό που είναι περίεργο για το Μοντεβιδέο είναι ότι σχεδόν όλες οι ομάδες της αγωνίζονται στην πρώτη κατηγορία της Ουρουγουάης και είναι από τις πιο σημαντικές ποδοσφαιρικές πόλεις και μία από τις πιο σεβαστές στη Νότιο Αμερική

Περιτριγυρισμένη από τους “γίγαντες” του ποδοσφαίρου τη Βραζιλία και την Αργεντινή, η Ουρουγουάη παρά το γεγονός ότι έχει ένα σχετικά χαμηλό πληθυσμό (μόλις κάτω από 3 εκατομμύρια ανθρώπους) είναι μια εκπληκτική χώρα στο χώρο του ποδοσφαίρου και το Μοντεβιδέο έχει παίξει καθοριστικό ρόλο στην επιτυχία της. Με δύο τιμητικές διακρίσεις στο Παγκόσμιο κύπελλο συμπεριλαμβανομένης της πρώτης έκδοσης το 1930 και περιέργως στο Μαρακανά το 1950, το Μοντεβιδέο συνέβαλε ένα μεγάλο κομμάτι της εθνικής ομάδας και συνεχίζει να βγάζει αστέρια ακόμη και αν δεν εκτρέφονται στο μεγαλείο της αγαπητής πόλης.


Δύο από τους καλύτερους επιθετικούς της χώρας από την αλλαγή της χιλιετίας, οι Alvaro Recoba και Diego Forlan γεννήθηκαν και και μεγάλωσαν στην πρωτεύουσα και οι δύο βρήκαν τον δρόμο τους στο Διεθνές ποδόσφαιρο. Ο Recoba πάσχισε στην πόλη φτιάχνοντας όνομα στη Danubio και στην αντίπαλο της Nacional πριν πάει για να πρωταγωνιστήσει στην Ιταλία με την Inter. Ήταν ένα είδωλο για πολλούς και ένα παράδειγμα για τον ποδοσφαιρικό πολιτισμό της πόλης παρότι πολλοί πιστεύουν ότι ποτέ δεν κατάφερε να εκπληρώσει τις πραγματικές δυνατότητές του.


Ο Diego Forlan άφησε την Ουρουγουάη σε νεαρή ηλικία αφού υπέγραψε με την Independiente στην κοντινή Αργεντινή. Σχεδόν 100 εμφανίσεις αργότερα βρέθηκε στο Old Trafford με τη Manchester United. Αφού του δόθηκαν λίγες ευκαιρίες στους “κόκκινους διαβόλους”, πρωταγωνίστησε με τις Villareal και Atletico Madrid στην Ισπανία αλλά και κέρδισε το βραβείο του καλύτερου παίκτη στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2010 όπως επίσης κατέκτησε και το Copa America του 2011 στην Αργεντινή. Ακόμα είναι στην ενεργό δράση αυτή τη φορά στην Ινδία με τη Mumbai City FC, που διεξάγεται από τον Οκτώβριο έως το Δεκέμβριο κάθε χρονιάς.


Το Μοντεβιδέο έχει συμβάλει επίσης στην ανάπτυξη δύο μεγάλων “κίλερ” επιθετικών στον κόσμο αυτή τη στιγμή. Παρά το γεγονός ότι γεννήθηκαν και μεγάλωσαν περίπου 424 χιλιόμετρα στο Σάλτο, τόσο ο Luis Suarez όσο και ο Edinson Cavani βρήκαν τα πόδια τους στο Μοντεβιδέο. Ο Suárez με τη Nacional και ο Cavani με τη Danubio.


Ακριβώς όπως και κάθε άλλη μεγάλη πόλη της Νότιας Αμερικής με τεράστια αθλητική κληρονομιά, το Μοντεβιδέο φιλοξενεί μια από τις πιο άγριες ​​και διάσημες αντιπαλότητες της Ηπείρου. Το πρωτάθλημα έχει 16 ομάδες και οι 12 προέρχονται από αυτή την πόλη όμως οι δύο πιο εμβληματικές είναι η Club Atlético Peñarol και η Club Nacional de Football που παίρνουν μέρος στην αρχαιότερη αντιπαλότητα του Παγκοσμίου ποδοσφαίρου εκτός της Μεγάλης Βρετανίας.


Τα προαναφερθέντα ονόματα αστέρων άφησαν το σημάδι τους σε αυτούς τους αγώνες και ενώθηκαν με πάρα πολλούς άλλους καθώς αυτή η αντιπαλότητα πηγαίνει πολύ πίσω. Η Peñarol σχηματίστηκε το 1891 ως Central Uruguay Railway Cricket Club (CURCC) από 118 υπαλλήλους της Βρετανικής σιδηροδρομικής εταιρείας στην Ουρουγουάη με ένα μεγάλο μέρος αυτού του αριθμού όπως ήταν αναμενόμενο να προέρχονται από τις Βρετανικές Νήσους και φορούσαν το ιστορικό κίτρινο και μαύρο χρώμα τους για να αναγνωρίζεται η σιδηροδρομική κληρονομιά τους. 


Η Nacional ιδρύθηκε το 1899 από τους τοπικούς ιθαγενείς από το τοπικό πανεπιστήμιο της πόλης μετά από μια συγχώνευση μεταξύ της Montevideo Football Club και της Uruguay Athletic Club. Τα πρώτα χρώματα της ήταν το κόκκινο, το λευκό και το μπλε προς τιμήν του José Gervasio Artigas, ένας ήρωας της Ουρουγουάης που συχνά αναφέρεται ως «ο πατέρας της ανεξάρτητης Ουρουγουάης.»


Οι οπαδοί της Nacional εξακολουθούν να υποστηρίζουν μέχρι σήμερα ότι είναι το αρχαιότερο κλαμπ στην πόλη, στηριζόμενοι στο γεγονός ότι η Central Uruguay Railway Cricket Club και η Peñarol είναι δύο διαφορετικές ομάδες επειδή έπαιξαν μεταύ τους στις αρχές της δεκαετίας του 1910 καθιστώντας αδύνατο για αυτούς να θεωρούνται ως η ίδια ομάδα. Η FIFA όμως αναγνώρισε τη CURCC ως σύλλογος που έδωσε τη γέννηση του στη Peñarol και τους εντόπιζε μόνο ως προκατόχους πριν αλλάξουν το όνομα τους το 1914.


Παρά το γεγονός ότι δεν παίρνει την ίδια προσοχή και αναγνώριση όπως τις άλλες αντιπαλότητες της Νότιας Αμερικής (το Superclásico του Μπουένος Άιρες μεταξύ της River Plate και της Boca Juniors και της Χιλής ανάμεσα στη Colo Colo και στη Universidad de Chile) το ντέρμπι του Μοντεβιδέο είναι εξίσου μεγάλο και συχνά θεωρείται ως το καλύτερο που μπορεί να προσφέρει η Νότια Αμερική. Διαθέτει την ίδια “φλόγα”, τους ίδιους ultras, πυροτεχνήματα και πάθος με τους υπόλοιπους της Ηπείρου και βεβαιώνεται ότι ο υπόλοιπος κόσμος ξέρει τι είναι να είσαι οπαδός ενός από τα δύο κλαμπ. Παρά τον προφανή χουλιγκανισμό που εμφανίζεται πριν από το ντέρμπι, ο κόσμος έχει τα δύο γκρουπ οπαδών σε μεγάλο σεβασμό

Ακόμα έφτιαξαν μια δυναστεία στη κορυφαία κατηγορία της χώρας. Σε ένα πρωτάθλημα που υπάρχει για λίγο πάνω από 100 χρόνια, η Nacional και η Peñarol μοιράζονται 94 τίτλους πρωταθλημάτων (48 η Peñarol και 46 η Nacional) και συχνά λαμβάνει συγκρίσεις με τους δύο συλλόγους του Old Firm που έχουν δημιουργήσει τη δική τους δυναστεία στη Σκωτία. Ακόμα επιδεικνύουν τις δυνάμεις τους εκτός της χώρας τους με τη Peñarol να κατακτά πέντε τίτλους Copa Libertadores και τη Nacional τρεις. Ο ανταγωνισμός τους δεν γνωρίζει σύνορα και αυτό αντικατοπτρίζεται στον αγωνιστικό χώρο. Σε ένα φιλικό το 2014 δημιουργήθηκαν υψηλές εντάσεις και τέσσερις παίκτες αποβλήθηκαν και άλλοι εννέα πέρασαν τη νύχτα τους στη φυλακή μετά από μια διαμάχη μετά τον αγώνα και εν συνεχεία 17 τιμωρήθηκαν από την Ομοσπονδία της Ουρουγουάης. Όλα αυτά ύστερα από ένα απλό φιλικό.


Τα άλλα δέκα ποδοσφαιρικά σωματεία της πόλης έχουν σαν στόχο να ανατρέψουν αυτό δίπολο και να σχηματίσουν μια δική τους δυναστεία, ακόμα κι αν θα είναι για ένα μικρό χρονικό διάστημα. Η Danubio καλείται συχνά ως τρίτη ομάδα της πόλης και είναι κυρίως οι τροφοδότες για τους δύο μεγάλους της πόλης. Είναι η μία από τις δύο μόλις ομάδες μαζί με τη Defensor Sporting που κατέκτησαν τη Primera División της Ουρουγουάης από το 1991 με το τελευταίο τίτλο της να έρχεται το 2014. Η Defensor Sporting επίσης από το Μοντεβιδέο είναι στην ίδια βάρκα με τη Danubio με τέσσερα πρωταθλήματα πανηγυρίζοντας το τελευταίο τους το 2008. Η Montevideo Wanderers και η River Plate FC της Ουρουγουάης είναι οι άλλες επιτυχημένες ομάδες στην πόλη, αλλά οι τελευταίες επιτυχίες τους στο πρωτάθλημα ήρθαν πάρα πολλά χρόνια νωρίτερα, το 1931 και το 1914 αντιστοίχως.


Ο ποδοσφαιρικός πολιτισμός της πόλης δεν ζει μόνο στις ομάδες τους, στους ανθρώπους, στους ποδοσφαιριστές, στους προπονητές και στους αγωνιστικούς χώρους. Το ιστορικό Estadio Centenario βρίσκεται ανάμεσα στη δόξα του ουρανού της πόλης και φιλοξένησε ακόμη και το πρώτο τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου το 1930. Ένας αστέρας στο “ιερό” γήπεδο της πόλης ήταν ο Αργεντινός επιθετικός Atilio García, ο οποίος τη περίοδο 1938-1951 έβαλε 208 τέρματα σε 210 αγώνες για τη Nacional, ένας από τους μεγαλύτερους σκόρερ στην ιστορία του πρωταθλήματος. Αυτός ήταν ο κορυφαίος μέχρι να εμφανιστεί ο τοπικός μύθος Fernando Morena και πετύχει 230 τέρματα σε 244 παιχνίδια σε τρεις διαφορετικές περιόδους με τη Peñarol για να γίνει ο μεγαλύτερος εγχώριος σκόρερ στη χώρα.


Αν ψάχνετε για ποδοσφαιρικές πόλεις με φόρτο ιστορίας, πολιτισμού, πολιτιστικής κληρονομιάς και μισητής αντιπαλότητας το Μοντεβιδέο είναι το ιδανικό μέρος. Το τέλειο παράδειγμα μιας πόλης που αγαπά το ποδόσφαιρο της και όσον αφορά την ποιότητα και το πάθος κοιτά με περίσσιο θράσος τα ντέρμπι των ανώτερων δυνάμεων της Βραζιλίας και της Αργεντινής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου