Κυριακή 16 Ιουλίου 2017

Αγγλο-Ιταλικό Κύπελλο: Αναπολώντας την αρρωστημένη αλλά και μοναδική διοργάνωση


Δημήτρης Βαρσάνης


Ο Gigi Peronace ήταν ένας χαρισματικός και με επιρροή άνθρωπος. Γεννημένος στην πόλη Σοβεράτο στην Καλαβρία (μια περιοχή που αποτελεί τον ιθύνων νου του παπουτσιού στην Ιταλία) ο Peronace ήταν μια σημαντική προσωπικότητα στον κόσμο του Ιταλικού ποδοσφαίρου, παρά το γεγονός ότι ποτέ δεν έπαιξε επαγγελματικά.

Με άπταιστα αγγλικά έγινε ένας από τους πρώτους σύγχρονους ατζέντηδες σε ολόκληρη την Ευρώπη, διαπραγματεύοντας τις μεταγραφές παικτών και τα συμβόλαια προπονητών για μερικούς από τους καλύτερους Βρετανούς και Ιταλούς αστέρες. Πέρα από αυτό ο Peronace ήταν επίσης ο εγκέφαλος πίσω από ένα από τα πιο παράλογα, συναρπαστικά και μοναδικά τουρνουά που έχει δει ποτέ το σπορ.





Το Αγγλο-Ιταλικό Κύπελλο δημιουργήθηκε το 1970 μετά την επιτυχία του ομοίως ονομαζόμενου Αγγλο-Ιταλικού League Cup τη προηγούμενη χρονιά. Αυτή η διοργάνωση η οποία διεξήχθη επίσης το 1970, το '71, το '75 και το '76, δημιουργήθηκε το 1969 για να αποζημιώσει την Swindon Town για την άρνηση της UEFA να της επιτρέψει να μετάσχει στο Κύπελλο Διεθνών Εκθέσεων, στο οποίο είχε το δικαίωμα να αγωνιστεί αφού κατέκτησε το League Cup Αγγλίας.




Η ιδιότητά της ως ομάδα τρίτης κατηγορίας ήταν αυτό που την εμπόδισε να αγωνιστεί, προτρέποντας την FA - που δεν ήταν ικανοποιημένη με την απόφαση του κυβερνητικού οργάνου του Ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου - να κανονίσει για τους Robins να αντιμετωπίσει τη νικήτρια του Coppa Italia Roma. Ο Giallorossi μάλλον δεν ενοχλήθηκαν από αυτό το γεγονός: παρότι τερμάτισε όγδοη στη Serie A επικράτησε με συνολικό σκορ 5-2.




Είναι απίθανο ο Peronace να παρακολούθησε προσωπικά τις συγκεκριμένες διπλές αναμετρήσεις όμως είναι σίγουρο ότι παρακολουθούσε τα γεγονότα από μακριά. Ο τότε 43χρονος άνδρας ήταν πάντα ένας Άγγλοφιλος χρησιμοποιώντας τις ικανότητές του στην  άπταιστη αγγλική γλώσσα για να διοργανώνει αγώνες μεταξύ Ιταλών ντόπιων και Βρετανών στρατιωτών κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου ο ενθουσιώδης τερματοφύλακας έπαιρνε τη θέση κάτω από τα δοκάρια.

Η επαγγελματική του ζωή του επέτρεψε να γίνει καλός φίλος με τους Matt Busby και Denis Follows (τον Γραμματέα της Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας της Αγγλίας από το 1962 έως το 1975) ενώ επίσης πήρε μέρος στα Deal των Jimmy Greaves (από την Chelsea στη Milan),John Charles (από τη Leeds United στη Juventus), Denis Law (από τη Manchester City στη Torino),Liam Brady (από την Arsenal στη Juventus) και Joe Baker (από τη Hibernian στη Torino). Η Juventus τον είχε προσλάβει προηγουμένως ως μεταφραστή για τους Άγγλους προπονητές Billy Chalmers και Jesse Carver και πέρασε αρκετό καιρό ως διευθυντής μεταγραφών της Lazio πριν γίνει ατζέντης το 1957.

"Το 1961 ο Mario Puzo βρισκόταν στη διαδικασία να γράψει τον Νονό, ο οποίος κοιτώντας πίσω είναι Ο κατάλληλος επειδή ο Gigi Peronace έμοιαζε σαν να μπορούσε να βγει από τις σελίδες του μυθιστορήματος του Puzo για την οικογενειακή ζωή της μαφίας", γράφει ο Greaves στην αυτοβιογραφία του . "Αν ένας κροκόδειλος μπορούσε να μιλήσει θα ακουγόταν σαν τον Gigi Peronace. Ήταν μια επιβλητική φιγούρα και επιφυλακτική όμως θα μπορούσε να γοητεύσει και ένα βραχιόλι. "


Μη χάνοντας ευκαιρία η σύγκρουση της Swindon με τη Roma προειδοποίησε τον Peronace για τη δημοτικότητα ενός περιφερειακού τουρνουά που θα φέρνει απέναντι Ιταλικές και Αγγλικές ομάδες. Η εναρκτήρια έκδοση του Αγγλο-Ιταλικού κυπέλλου άρχισε μόλις έξι μήνες μετά το δεύτερο ματς στο County Ground με τον Peronace να είναι ένας από τους κύριους διοργανωτές.


Ίσως να μην ήταν άμεσα υπεύθυνος γι 'αυτό όμως η ασυνήθιστη μορφή του τουρνουά αντανακλούσε σίγουρα στην προσωπικότητα του Ιταλού. Στα πρώτα χρόνια ο θεσμός ξεκίνησε με τρεις ομίλους των τεσσάρων ομάδων - δύο από κάθε χώρα - με κάθε ομάδα να παίζει εντός και εκτός έδρας παιχνίδια ενάντια στις δύο άλλες ομάδες που δεν άνηκαν στην χώρα της.

Αντί για έναν πίνακα κατάταξης για κάθε μεμονωμένο όμιλο όπως συνήθως αναμενόταν, οι σύλλογοι διαιρέθηκαν και πάλι από τη χώρα προέλευσής τους σε δύο γενικές βαθμολογίες με τις δύο Αγγλικές ομάδες που έχουν τους πιο πολλούς βαθμούς να αντιμετωπίζουν τις δύο υψηλότερες βαθμολογικά ομάδες από την Ιταλία στα ημιτελικά. Το 1970 για παράδειγμα, η Sunderland έπαιξε δύο φορές ενάντια στη Lazio και στη Fiorentina όμως πήρε λιγότερους πόντους από εκείνους που έλαβε η Wolves, η Middlesbrough, η Sheffield Wednesday, η Swindon και West Brom στις μάχες τους εναντίον των Ιταλών.


Ακόμα πιο ασυνήθιστα οι βαθμοί δεν απονέμονταν με τον κανονικό τρόπο: ενώ παρέμειναν δύο για τη νίκη και ένας για την ισοπαλία όπως ήταν συνηθισμένο εκείνη την εποχή, οι ομάδες λάμβαναν ένα πρόσθετο βαθμό για κάθε τέρμα που σκόραραν, η οποία θεωρητικά θα μπορούσε να οδηγήσει μια ιταλική ομάδα να περάσει τον όμιλο της χώρας της με καμία νίκη και  καμία ισοπαλία και μια Αγγλική ομάδα να τερματίζει τελευταία παρότι κέρδισε κάθε αγώνα.

Η παραβίαση του βιβλίου κανόνων δεν τελειώνει εκεί: το οφσάιντ προσαρμόστηκε έτσι ώστε να τεθεί σε ισχύ μόνο εντός της περιοχής του πέναλτι, ενώ θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν πέντε αναπληρωματικοί, οι οποίες έδωσαν στους προπονητές την ελευθερία να κάνουν αλλαγές με βάση την τακτική που θέλουν να ακολουθήσουν ή ενδεχόμενους τραυματισμούς. Όλες οι αλλαγές έγιναν με σκοπό την ενθάρρυνση του επιθετικού ποδοσφαίρου, όμως πολλά είχαν εγκαταλειφθεί από το 1973.



Υπήρξε μια κάποια ασυμφωνία μεταξύ των αντιπροσώπων των δύο χωρών τη δεκαετία του '70 (ενώ τα βαριά χαρτιά της Serie A Roma, Juventus και Inter αντιπροσώπευαν την Ιταλία, η Αγγλία έτεινε να στέλνει ομάδες χαμηλότερων κατηγοριών ή μη μοντέρνους συλλόγους της κορυφαίας κατηγορίας) όμως αυτό απλώς προστέθηκε στο μυστήριο. Είναι δύσκολο να μην το χαζεύεις όταν κοιτάς μερικά από τα αποτελέσματα των πρώτων τεσσάρων εκδόσεων από το 1970 και έπειτα: Sheffield Wednesday - Napoli 4-3, Juventus - Swindon 0-1, Sampdoria - Huddersfield 2-3, Roma - Blackpool 1-2, Luton - Fiorentina 1-0, Roma - Carlisle 2-3, Napoli - Swindon 0-1 και Σαμπντόρια - Blackpool 1-4 για να αναφέρουμε μερικά.


Δυστυχώς η βία τόσο στον αγωνιστικό χώρο όσο και στις κερκίδες έπληξε πολλούς αγώνες τα πρώτα τέσσερα χρόνια. Η Swindon διέλυε τη Napoli με 3-0 μπροστά στο San Paolo στον τελικό του 1970, αλλά το 90λεπτο δεν ολοκληρώθηκε καθώς οι οπαδοί των γηπεδούχων παρενέβησαν με ρίψη αντικειμένων στον αγωνιστικό χώρο προς την αντίπαλο οδηγώντας σε 30 συλλήψεις και πάνω από 100 τραυματισμούς. Τρία χρόνια αργότερα η ήττα της Hull με 2-1 από τη Lazio επιδεινώθηκε και απειλήθηκε δύο φορές να μετατραπεί σε ρινγκ, με την αστυνομία εν τέλει να είναι αναγκασμένη να παρέμβει μετά από ένα ξύλο που έπεσε ανάμεσα σε ένα σεκιουριτά και τον φυσιοθεραπευτή της Lazio Tomasso Mastrelli.


Η συρρίκνωση του ενδιαφέροντος και οι ανησυχίες σχετικά με τη συμφόρηση του χρονοδιαγράμματος οδήγησαν στην εγκατάλειψη του Αγγλο-ιταλικού κυπέλλου το 1973, αν και άνοιξε και πάλι για τους συλλόγους της τρίτης κατηγορίας της Ιταλίας και της πέμπτης κατηγορίας της Αγγλίας μεταξύ του 1976 και του 1986. Οι ομάδες της Ιταλικής χερσονήσου κυριάρχησαν σε αυτή την περίοδο της ιστορίας με τη Sutton United - η οποία κέρδισε τη Chieti με 2-1 το 1979 - να είναι ο μόνος ο Αγγλικός σύλλογος που στέφθηκε πρωταθλητής παρά τις εμφανίσεις της Wimbledon, της Bath City και της Poole Town στο τελικό.


Η δίψα να παρατηρούνται Αγγλικοί και Ιταλικοί σύλλογοι να αναμετρούνται μεταξύ τους σαφώς δεν είχε πεθάνει εντελώς, όμως το αρχικό τουρνουά επαναφέρθηκε το 1992 ως αντικαταστάτης του Full Member Cup το οποίο δημιουργήθηκε για να γεμίσει την θέση του χάσματος μετά το Χέιζελ όταν οι Αγγλικές ομάδες αποβλήθηκαν από την Ευρώπη. Υπήρχαν λιγότερα παιχνίδια μεταξύ ομάδων από την ίδια χώρα από ότι προηγουμένως, καθώς διεξήχθησαν προκριματικά μόνο με Αγγλικούς συλλόγους, ενώ η Cremonese σήκωσε το τρόπαιο με μια νίκη με 3-1 επί της Derby County στο Wembley. Η Brescia, η Notts County και η Genoa έπειτα θριάμβευσαν τα επόμενα τρία χρόνια, πριν η διοργάνωση εξαφανιστεί μια και καλή το 1996, καθώς η FA και η FIGC διαφώνησαν πάνω στο πρόγραμμα.


Ένας από τους πιο αξέχαστους αγώνες στην τρίτη ενσάρκωση του Αγγλο-Ιταλικού κυπέλλου ήταν μια αναμέτρηση μεταξύ της Ancona και της Birmigham τη σεζόν 1995-96. Οι “μπλε” πήραν το προβάδισμα με 2-0 μπροστά σε 800 υποστηρικτές - 92 από τους οποίους έκαναν το ταξίδι από τα Δυτικά Midlands - που φάνηκε να θύμωσε τους παίκτες της Ancona μιας αντέδρασαν με κάποια αντιαθλητικά μαρκαρίσματα στους αντιπάλους τους. Τα πράγματα πήραν άσχημη τροπή όταν ο Paul Tait αντέδρασε άσχημα σε ένα φάουλ από τον Marco Sesia, με σχεδόν κάθε παίκτη στο γήπεδο να μαζεύεται γύρω και ο Ιταλός προπονητής Massimo Cacciatori να μπαίνει στον αγωνιστικό χώρο και να αρπάζει τον Ricky Otto από το λαιμό.

Υπήρξαν περισσότερες εκρήξεις με τον Paolo Orlandoni και τον Steve Castle, τον Jonathan Hunt και τον Vincenzo Esposito και τον Francisco Tomei και τον Sigurd Rushfeldt, με τον αμυντικό της Ancona Davide Tentoni να χτυπάει το φυσιοθεραπευτή της Birmingham Neil McDiarmid. Το τελικό σφύριγμα τελείωσε τον αγώνα όχι όμως και το πρόβλημα. Ο Cacciatori υπέφερε από ένα σπασμένο ζυγωματικό και ο διαιτητής John Lloyd έσπασε ένα δάχτυλο καθώς οι μάχες εντατικοποιήθηκαν.

Η ιταλική αστυνομία κλήθηκε και αντέδρασε με τη δέσμευση των διαβατηρίων των ταξιδιωτών από το Μπέρμιγχαμ με τους Michael Johnson, Liam Daish και τον προπονητή David Howell να καταδιώκονται επίσημα. Ωστόσο το τρίο αρνήθηκε να παραστεί στις ακροαματικές διαδικασίες στην Ιταλία και φήμες λένε ότι εξακολουθούν να κινδυνεύουν να συλληφθούν αν επιστρέψουν στη χερσόνησο σήμερα.

Παρότι μαστίζονταν σε διάφορες εποχές από τη βία, την έλλειψη ενδιαφέροντος και την ειλικρινή παράλογη οργάνωση του, είναι εύκολο να καταλάβεις γιατί ένα τόσο περίεργο τουρνουά εξακολουθεί να μνημονεύεται με αγάπη 20 χρόνια μετά την κατάργησή του.


Υπήρξε ένας πραγματικός εξωτισμός στο Αγγλο-Ιταλικό Κύπελλο. Οι Αγγλικές ομάδες είχαν την δυνατότητα να αντιμετωπίσουν λαμπερούς αντιπάλους τους οποίους πιθανότατα δεν θα συναντούσαν ποτέ νωρίτερα και δεν τους συνάντησαν έκτοτε. Μια εξαιρετικά συναρπαστική προοπτική στις μέρες που δεν ήταν δυνατό να παρακολουθήσουν ομάδες όπως η Fiorentina και η Inter στην τηλεόραση κάθε εβδομάδα. Οι οπαδοί της Swindon που παρευρίσκονταν για να δουν την ομάδα τους να κερδίζει Juventus στην Ιταλία δεν θα ξεχάσουν ποτέ αυτές τις αναμνήσεις, ούτε οι αντίστοιχοι της Carlisle που επικράτησαν της Roma στο Stadio Olimpico.

Ήταν κουραστικό και παράξενο και δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε γιατί τελικά ακυρώθηκε το 1996, αλλά οι ατέλειές του ήταν ένα μεγάλο μέρος του τι έκανε το Αγγλο-Ιταλικό Κύπελλο τόσο ρομαντικό.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου