Σάββατο 29 Φεβρουαρίου 2020
Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 2020
Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2020
Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2020
ΛΕΦΕΔ: Σχολείο ηγητόρων μικρών κλιμακίων (εικόνες)
Το τριήμερα 21 έως 23 Φεβρουαρίου και στα πλαίσια του σχολείου ηγητόρων μικρών κλιμακίων που έχει καθιερώσει η Λέσχη Εφέδρων Ενόπλων Δυνάμεων διεξήχθη σε ορεινή περιοχή της Μακεδονίας εκπαίδευση με αντικείμενο την διαδικασία λήψης απόφασης και την ''τριβή'' των ηγητόρων σε αποστολές Πεζικού.
Το βράδυ της Παρασκευής έγινε ολιγόωρη εκπαίδευση στην κίνηση κατά την διάρκεια της νύχτας και από το πρωί του Σαββάτου και έως αργά την νύχτα εκτελέστηκαν πλήθος διαφορετικών σεναρίων με συνεχή εναλλαγή των ασκούμενων στην θέση του επικεφαλής.
Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2020
Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2020
Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2020
Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2020
Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2020
Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2020
Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2020
Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2020
Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2020
Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2020
Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2020
Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2020
Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2020
Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2020
Πέμπτη 6 Φεβρουαρίου 2020
Τετάρτη 5 Φεβρουαρίου 2020
Μιχαήλ Μουτούσης - Αριστείδης Μωραϊτίνης: Οι πρωτοπόροι της παγκόσμιας πολεμικής αεροπορίας
Στις 24 Ιανουαρίου (5 Φεβρουαρίου νέου ημερολογίου) ο σημαιοφόρος Αριστείδης Μωραϊτίνης, ως παρατηρητής και ο υπολοχαγός Μιχαήλ Μουτούσης ως χειριστής, ύστερα από εντολή του διοικητή της ναυτικής βάσης Μούδρου, ξεκίνησαν για την πρώτη παγκοσμίως αποστολή ναυτικής συνεργασίας με υδροπλάνο Maurice Farman MF.7.
Αντικειμενικός σκοπός της αποστολής ήταν πως ύστερα, από τη νικηφόρα για την Ελλάδα, Ναυμαχία της Έλλης, στις 5 Ιανουαρίου 1913, ο οθωμανικός στόλος είχε υποχωρήσει στο στενό των Δαρδανελλίων. Για την αποφυγή κάποιου αιφνιδιασμού, θεωρήθηκε σημαντικό από την ελληνική ναυτική διοίκηση, να συλλεχθούν πληροφορίες για τη θέση και την κατάσταση του οθωμανικού ναυτικού. Για αυτό το σκοπό διατάχθηκε αναγνωριστική αποστολή, Χειριστής του υδροπλάνου ήταν ο αεροπόρος του στρατού, υπολοχαγός Μιχαήλ Μουτούσης, ενώ στην αποστολή είχε προβλεφθεί να υπάρχει και παρατηρητής από το ναυτικό, προκειμένου να έχει τη δυνατότητα να αναγνωρίσει τα πλοία του εχθρική στόλου. Τη θέση αυτή ανέλαβε ο Αριστείδης Μωραϊτίνης, αφού παρ’ όλο που δεν είχε πτητική εμπειρία, ζήτησε από τον κυβερνήτη του θωρηκτού «Αβέρωφ», αντιπλοίαρχο Σοφοκλή Δούσμανη, να συμμετάσχει στην αποστολή. Τελικά η πρότασή του έγινε δεκτή, μετά από έγκριση του ίδιου του αρχηγού στόλου, ναυάρχου Παύλου Κουντουριώτη.
Στις 08.30 το πρωί το αεροσκάφος τους αποθαλασσώθηκε και πέταξε διαδοχικά πάνω από τον Ελλήσποντο και την Καλλίπολη, όπου κατόπτευσε την εχθρική ναυτική βάση του Ναγαρά. Η πορεία που ακολούθησαν ήταν σκοπίμως τεθλασμένη ώστε να αποφύγουν τα τουρκικά παρατηρήτρια. Από ύψος 1.200 μ. ο Μωραϊτίνης αναγνώρισε μεγάλο μέρος του εχθρικού στόλου: το θωρηκτό «Χαϊρεδίν Μπαρμπαρόσσα», τρία τορπιλοβόλα και επτά αντιτορπιλικά. Μάλιστα ένα από τα αντιτορπιλικά είχε υποστεί σοβαρές ζημιές και επισκευαζόταν στα αβαθή. Όλες αυτές οι πληροφορίες αποτυπώθηκαν σε ένα πρόχειρο σχεδιάγραμμα που το συμπλήρωσε κατά τη διάρκεια της πτήσης.
Κατά τη διάρκεια της αναγνωριστικής αποστολής, το ελληνικό αεροσκάφος δεχόταν τα πυρά των τουρκικών πυροβολείων, αλλά και από τα ατομικά όπλα των Τούρκων στρατιωτών, που δεν κατάφεραν να το χτυπήσουν. Αμέσως μετά την αναγνώριση, ο Μωραϊτίνης έριξε τέσσερις αυτοσχέδιες βόμβες που προκάλεσαν επιφανειακές ζημιές στην προβλήτα, καθώς και σε σκάφη στο τούρκικο αγκυροβόλιο. Στην επιστροφή κατευθύνθηκαν με το αεροσκάφος προς τη Λήμνο, αλλά νοτιοδυτικά της Ίμβρου εκτελέστηκε, λόγω μηχανικής βλάβης, αναγκαστική προσθαλάσσωση. Στην περιοχή έσπευσε το αντιτορπιλικό «Βέλος» που το ρυμούλκησε και το μετέφερε τελικά στον Μούδρο στις 15:30. Η συνολική διάρκεια της πτήσης ήταν 2 ώρες και 20 λεπτά, ενώ το αεροσκάφος διήνησε 120 χλμ. Ως προς τον αντικειμενικό στόχο της, δηλαδή την αναγνώριση του οθωμανικού στόλου στο αγκυροβόλιο του Ναγαρά, η αποστολή στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία.
Η συγκεκριμένη αποστολή θεωρείται ως η πρώτη στην ιστορία αεροπορική αποστολή ναυτικής συνεργασίας και είχε ευρεία απήχηση στο τύπο της εποχής, ελληνικό και διεθνή. Η σημασία της για τις ελληνικές δυνάμεις ήταν σημαντικότατη. Εκτός από το γεγονός ότι συγκεντρώθηκαν πολύτιμες πληροφορίες, διαφάνηκε πλέον η δυνατότητα να αξιοποιηθεί το αεροπλάνο σε διάφορες αποστολές προς όφελος της Ελλάδας. Για τον ίδιο τον Μωραϊτίνη το γεγονός αυτό σημάδεψε τη σταδιοδρομία του και στο εξής η αεροπορία θα μονοπωλήσει το ενδιαφέρον του.
Ποιοι ήταν οι δύο Έλληνες πρωτοπόροι;
Ο Αριστείδης Μωραϊτίνης γεννήθηκε στην Αίγινα το 1891. Τον Σεπτέμβριο του 1906 εισήλθε ως δόκιμος στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων και αποφοίτησε ως σημαιοφόρος του Ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού το 1910. Όταν ξέσπασαν οι Βαλκανικοί Πόλεμοι, τον Οκτώβριο του 1912, υπηρετούσε ως ύπαρχος στο τορπιλοβόλο «Τ15», που δρούσε στην περιοχή της Λήμνου. Το συγκεκριμένο σκάφος ήταν υπεύθυνο για τη ρυμούλκηση και γενικότερα την ασφάλεια του «Ναυτίλου», ενός υδροπλάνου τύπου Astra Hydroplane που είχε αναλάβει να εκτελέσει αποστολές αναγνώρισης στην συγκεκριμένη περιοχή.
Μετά τη λήξη των Βαλκανικών Πολέμων, ο Μωραϊτίνης ήταν από τους πρώτους αξιωματικούς του ναυτικού που απέκτησαν αεροπορική εκπαίδευση. Μάλιστα, για την εκπαίδευση των Ελλήνων πιλότων είχε μεταβεί και βρετανική αποστολή στην Ελλάδα. Παράλληλα, οργανώθηκε η Ναυτική Αεροπορική Υπηρεσία και παρελήφθησαν νέα αεροσκάφη: 7 υδροπλάνα Sopwith Greek Seaplane. Με το ξέσπασμα όμως του Α' Παγκοσμίου Πολέμου σταμάτησαν οι νέες παραλαβές. Ο Μωραϊτίνης ολοκλήρωσε την αεροπορική του εκπαίδευση τον Οκτώβριο του 1914, στην Ελευσίνα.
Εντός του 1914, με προσωπικές του πρωτοβουλίες συντέλεσε στη λειτουργία σχολής ναυτικής αεροπορίας, ενώ αντίστοιχη πρωτοβουλία είχε αναλάβει εκείνη την εποχή, για την στρατιωτική αεροπορία, ο επίσης πρωτοπόρος Έλληνας αεροπόρος Δημήτριος Καμπέρος. Επιπρόσθετα, ο Μωραϊτίνης ανέλαβε και τα καθήκοντα του εκπαιδευτή πιλότων στη νέα αυτή σχολή που λειτούργησε στο Παλαιό Φάληρο, ενώ σε λίγο καιρό, τον Μάιο του 1915, ανέλαβε και την ίδια τη διοίκηση της Ναυτικής Αεροπορίας, φέροντας πλέον το βαθμό του υποπλοιάρχου.
Όταν ξέσπασε, τον Σεπτέμβριο του 1916, το κίνημα της Εθνικής Αμύνης στη Θεσσαλονίκη με επικεφαλής τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ο Μωραϊτίνης έσπευσε κατευθείαν να καταταχθεί μαζί με πολλούς άλλους αξιωματικούς της Ναυτικής Αεροπορίας. Αμέσως μετά προωθήθηκε στη Θάσο και τη Λήμνο. Ο ίδιος ορίστηκε και πάλι διοικητής της Ναυτικής Αεροπορίας, η οποία είχε την υποστήριξη της 2ης Πτέρυγας του Βρετανικού Ναυτικού.
Εκτός από διοικητής, ο Μωραϊτίνης, είχε αναλάβει παράλληλα και το έργο της εκπαίδευσης νέων πιλότων. Ο ίδιος ήταν πάντα επικεφαλής των αεροπορικών σχηματισμών, με συμμετοχή και των εκπαιδευόμενων στο πεδίο της μάχης, σε πραγματικές συνθήκες πολέμου, ως αναπόσπαστο τμήμα της εκπαίδευσής τους.
Εκείνη την εποχή οι Έλληνες πιλότοι πραγματοποιούσαν αποστολές πάνω από την κατεχόμενη από γερμανο-βουλγαρικά στρατεύματα Θράκη και ανατολική Μακεδονία, όπου τα τελευταία είχαν αναπτύξει σημαντικές αεροπορικές δυνάμεις και εγκαταστάσεις. Από τις πιο παράτολμες αποστολές που ανέλαβε εκείνη την εποχή, ήταν στις 18 Μαΐου 1917. Με παρατηρητή τον Παντελή Ψύχα βομβάρδισε το εχθρικό αεροδρόμιο του Ζέρεβιτς, στην κατεχόμενη Δράμα, με αεροσκάφος Farman. Στην ίδια αποστολή βομβάρδισε και τρεις εχθρικές αμαξοστοιχίες. Η αποστολή σημείωσε απόλυτη επιτυχία, ενώ τα πυκνά αντιαεροπορικά πυρά δεν κατάφεραν να πλήξουν το αεροσκάφος του
Παράλληλα, τον Μάιο του 1917, σχηματίστηκε η ελληνική μοίρα αεροσκαφών «Ζ», που αναλάμβανε αποστολές σε όλο το μήκος του Μακεδονικού Μετώπου. Ο Μωραϊτίνης, παρόλο που τα εχθρικά γερμανικά αεροσκάφη ήταν πιο εξελιγμένα, κατάφερνε με σωστούς ελιγμούς να φέρνει σε πέρας τις αποστολές που είχε αναλάβει. Στις 4 Ιουνίου 1917, ήταν επικεφαλής αεροπορικού σχηματισμού και πετούσε με αεροσκάφος Camel. Πραγματοποιήθηκε αερομαχία με γερμανικό Fokker, που τελικά δεν κατάφερε να τον πλήξει. Όμως το εχθρικό αεροσκάφος, μετά την ανεπιτυχή προσπάθεια, κατέρριψε ένα άλλο ελληνικό αεροσκάφος τύπου Farman, που επέβαιναν ο Παντελής Ψύχας και ο Δημήτριος Αργυρόπουλος. Ο τελευταίος σκοτώθηκε κατά την πρόσκρουση στην θάλασσα.
Στις 20 Ιανουαρίου του 1918, σημειώθηκε σημαντική αεροπορική δραστηριότητα στα Δαρδανέλλια, λόγω της δράσης του γερμανικού θωρηκτού «Γκαίμπεν» (Goeben), που είχε ενταχθεί προσωρινά στον οθωμανικό στόλο ως «Γιαβούζ Σουλτάν Σελίμ», όμως διατηρούσε το γερμανικό του πλήρωμα και υπαγόταν στο γερμανικό στρατηγείο. Το «Γκαίμπεν» προσπάθησε να επιτεθεί στη συμμαχική ναυτική βάση της Ίμβρου, αλλά έπεσε σε ναρκοπέδιο.
Ο Μωραϊτίνης με αεροσκάφος Sopwith Camel, και ενώ συνόδευε δύο βρετανικά βομβαρδιστικά που κατευθύνονταν εναντίον του θωρηκτού, δέχτηκε ξαφνική επίθεση από δέκα εχθρικά μαχητικά. Τελικά με επικινδύνους ελιγμούς κατάφερε να εκδιώξει το επιτιθέμενο σμήνος ενώ κατέρριψε τρία από τα εχθρικά αεροσκάφη. Στο αεροσκάφος του, λόγω των συνεχών αερομαχιών καταμετρήθηκαν, μετά το πέρας της αποστολής, συνολικά 20 τρύπες, προερχόμενες από τα πολυβόλα των εχθρικών αεροσκαφών. Ο ίδιος περιέγραψε σε συνάδελφό του αργότερα μέρος αυτής της εμπειρία ως εξής:
..Με το πρώτο ύψος ένας γερμανός εμπρός μου, του επιτίθεμαι και σε λίγο τον βλέπω να πέφτη. Αν και ήμουν βέβαιος με τον τρόπο που έπεφτε ότι δεν είχε ελπίδα ήθελα να τον παρακολουθήσω, αλλ' εν τω μεταξύ βλέπω άλλον να με πλησιάζη. Επιτίθεμαι τότε εις αυτόν και δεν προφθάνω να βεβαιωθώ ότι τον κατέβασα ασφαλώς όσον τον πρώτον όταν ακούω το μοτέρ μου να ρατάρη και μετ' ολίγον να σταματά χωρίς να σταματήσει ευτυχώς η έλιξ. Πλανάροντας έπεφτα μεταξύ Στενών και Μαυριών, είχα αρχίση ν' απελπίζωμαι όταν ακούω πίσω μου μυδραλιοβόλο. Γυρίζω βλέπω ένα γερμανό να με κτυπά. Είχα ύψος ως 800 μέτρα μόνο. Ξανά προσπαθώ να θέσω εις κίνησιν το μοτέρ μου πλήρης απελπισίας και περιέργως το βλέπω να παίρνη εμπρός. Ε! πια καταλαβαίνεις. Βρίσκομαι αμέσως στην ουρά του και δεν τον άφησα έως ότου τον είδα να πέφτη και να χάνεται εκεί που ελογάριαζα προ ολίγου τον εαυτό μου...
Οι βομβαρδισμοί κατά του εχθρικού θωρηκτού συνεχίστηκαν, ενώ στις 22 Φεβρουαρίου πιθανότατα πραγματοποιήθηκε αερομαχία μεταξύ του Μωραϊτίνη και του Γερμανού «άσσου», Έμιλ Μάινεκε, με αμφίρροπο αποτέλεσμα.
Λόγω της τολμηρής δραστηριότητας που ανέπτυξε ο Μωραϊτίνης, απέσπασε πολλούς εντυπωσιακούς σχολιασμούς από ξένους πολεμικούς ανταποκριτές, ενώ τιμήθηκε από την Ελληνική και τη Βρετανική Κυβέρνηση με διάφορα παράσημα και συγχαρητήριες επιστολές. Ιδιαίτερα, η κυβέρνηση της Μεγάλης Βρετανίας τον τίμησε με το μετάλλιο του Τάγματος Διακεκριμένης Υπηρεσίας (Distinguished Service Order). Επίσης, μεταξύ των πιλότων των συμμαχικών δυνάμεων έμεινε άτυπα γνωστός ως «άσσος των αεροπόρων της Μεσογείου» και «ατρόμητος αεροπόρος».
Μετά την επιχείρηση Γκαίμπεν, και λόγω της εκτεταμένης και επιτυχούς δραστηριότητας που ανέπτυξαν τα αεροσκάφη της Ελληνικής Ναυτικής Αεροπορικής Υπηρεσίας, συγκροτήθηκαν στο βόρειο Αιγαίο, τον Μάιο του 1918, τέσσερις μοίρες αεροσκαφών με τις κωδικές ονομασίες Η1, Η2, Η3 και Η4. Ο ίδιος ο Μωραϊτίνης τοποθετήθηκε επικεφαλής της Η2 μοίρας με έδρα τον Μούδρο.
Η Η2 μοίρα του πλωτάρχη πλέον Μωραϊτίνη μεταστάθμευσε για ένα διάστημα στο αεροδρόμιο Καλλονής στη Λέσβο. Εν τω μεταξύ, η παρουσία της ελληνικής αεροπορίας στον εναέριο χώρο του ανατολικού Αιγαίου είχε σαν αποτέλεσμα να εξασθενίσουν οι εναέριες εχθρικές (γερμανο-τουρκικές) επιδρομές στην περιοχή από τις οποίες υπέφερε ο τοπικός πληθυσμός.
Από την Καλλονή πραγματοποιήθηκαν αποστολές βομβαρδισμού εναντίον των εχθρικών αεροδρομίων του Καζαμίρ στη Σμύρνη, του Σαντζάκ Καλέ και της Μενεμένης, καθώς και κατά οχυρώσεων και πολεμικών εγκαταστάσεων στη Σμύρνη, αλλά και της γέφυρας της Μαγνησίας. Σε μία αποστολή ο Μωραϊτίνης, πετώντας με υδροπλάνο Farman, κατάφερε να βομβαρδίσει γερμανικό καταδρομικό στο λιμάνι της Σμύρνης, στρατιωτικές εγκαταστάσεις μέσα στην πόλη, ενώ διέφυγε εγκαίρως πριν την άφιξη εχθρικών καταδιωκτικών.
Κατά το διάστημα εκείνο, τουρκικό αεροσκάφος είχε ρίξει ερματισμένο φάκελο στην Καλλονή, με το οποίο ζητούσε να γνωρίσει για την τύχη πληρώματος διθέσιου αεροπλάνου που καταρρίφθηκε από ελληνική πυροβολαρχία στη γειτονική Χίο. Στις 20 Ιουλίου, σε πνεύμα ευγενούς άμιλλας, ο Μωραϊτίνης έριξε σχετική απάντηση στο αεροδρόμιο του Καζαμίρ, με την οποία πληροφορούσε για την τύχη του πληρώματος και ότι δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας, καθώς τους βεβαίωσε ότι οι Έλληνες γνωρίζουν να σέβονται τους αιχμαλώτους.
Παράλληλα, ο Μωραϊτίνης ήταν ιδιαίτερα τολμηρός στις αποστολές που αναλάμβανε. Στις 22 Ιουλίου σε επιχείρηση κατά του αεροδρομίου του Καζαμίρ, παρ' όλο που αντιλήφθηκε εγκαίρως ότι ο κινητήρας του αεροσκάφους του παρουσίασε μηχανική βλάβη, επέμεινε στην πραγματοποίηση της αποστολής, με αποτέλεσμα να θέσει σε κίνδυνο τον εαυτό του κατά τη διάρκεια προσβολής των τουρκικών θέσεων.
Μάλιστα, την πιο κρίσιμη στιγμή της αποστολής, ενώ πετούσε πάνω από τα τουρκικά πολυβολεία κοντά στο αεροδρόμιο, κινδύνεψε να καταρριφθεί, καθώς το αεροσκάφος του δεν ήταν δυνατόν, λόγω της βλάβης, να πάρει το απαραίτητο ύψος.
Το Υπουργείο Ναυτικών του απέστειλε σύσταση με την οποία τον προέτρεπε να μη θέτει τη ζωή του σε κίνδυνο. Παρ' όλα αυτά ο Έλληνας αεροπόρος αγνόησε αυτή τη σύσταση και με έγγραφη απάντηση που έδωσε, θεώρησε ότι δεν είναι σύμφωνη με το στρατιωτικό πνεύμα.
Παράλληλα με την πραγματοποίηση των αεροπορικών επιχειρήσεων, ο Μωραϊτίνης εργάστηκε και για τη δημιουργία τοπικής αεροπορικής βιομηχανίας με πρόταση που υπέβαλλε στις ελληνικές αρχές, αλλά και προς τις αρμόδιες βρετανικές αντιπροσωπείες, ήδη από το 1917. Μάλιστα η δημιουργία μίας αυτόνομης αεροπορικής βιομηχανίας στην Ελλάδα ήταν και ένα από τα οράματα του Μωραϊτίνη.
Τελικά, η πρότασή του έγινε αποδεκτή, με αποτέλεσμα να ανατεθεί η σχετική μελέτη για τη δημιουργία κρατικού εργοστασίου στον Βρετανό αντιπλοίαρχο Τζων Γουέστον, που ήταν επικεφαλής του τεχνικού τμήματος της βρετανικής αποστολής στην Ελλάδα. Ως χώρος για την εγκατάσταση του εργοστασίου επιλέχτηκε τμήμα του τότε ζωολογικού κήπου του Παλαιού Φαλήρου.
Όμως λόγω των συνεχών πολεμικών επιχειρήσεων της Ελλάδας, η λειτουργία του εργοστασίου αναβαλλόταν διαρκώς. Το όραμά του υλοποιήθηκε αργότερα, το 1925, πρώτος έτος λειτουργίας του εργοστασίου, που έφερε την ονομασία Κρατικό Εργοστάσιο Αεροσκαφών.
Κατά τη λήξη του πολέμου ο Μωραϊτίνης είχε συνολικά εννέα καταρρίψεις, ενώ ήταν ο μοναδικός Έλληνας άσσος. Μετά τη συνθηκολόγηση και την ουσιαστική διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στις 30 Οκτωβρίου 1918, υπογράφτηκε γενική ανακωχή. Παρά τις αντιρρήσεις της τουρκικής πλευράς, τελικά έγινε αποδεκτή και η συμμετοχή ελληνικών δυνάμεων στο πλαίσιο του διεθνούς ελέγχου των Στενών. Ο Μωραϊτίνης κατάφερε να περιελήφθη σε αυτή τη δύναμη και ένα σμήνος τεσσάρων αεροσκαφών της «Η2» Μοίρας, της οποίας ηγούνταν.
Το ελληνικό αεροπορικό σμήνος με επικεφαλής τον ίδιο έφτασε, στις 2 Νοεμβρίου 1918, στην Κωνσταντινούπολη και προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο του Αγίου Στεφάνου.[N 1] Μάλιστα η παρουσία των Ελλήνων αεροπόρων στην Πόλη, παρ' όλο που προσπάθησαν να είναι διακριτικοί, προκάλεσε ενθουσιώδεις αντιδράσεις στον τοπικό Ελληνισμό. Ο ελληνικός τύπος της Κωνσταντινούπολης σχολίασε με ενθουσιασμό το ιστορικό γεγονός, που αποτέλεσε και τον επίλογο της ελληνικής αεροπορικής δραστηριότητας για τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Στις 22 Δεκεμβρίου, 1918, και ενώ πετούσε από την Θεσσαλονίκη στην Αθήνα, το αεροσκάφος του, Breguet Bre 14, συνετρίβη εξαιτίας κακών καιρικών συνθηκών στην περιοχή του Ολύμπου. Ο συγκεκριμένος τύπος αεροσκάφους ήταν άγνωστος στον Έλληνα αεροπόρο, ενώ πρόταση που του είχε γίνει να τον συνοδεύσει Γάλλος μηχανικός την αρνήθηκε. Το γεγονός ότι δεν βρέθηκε κανένα ίχνος από τα συντρίμμια του αεροσκάφους οδήγησε στο ενδεχόμενο ότι μπορεί πιθανότατα να κατέπεσε ακόμη και στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Πηλίου και Κασσάνδρας.
Ο θάνατος του Αριστείδη Μωραϊτίνη θεωρήθηκε εθνική απώλεια. Προτομή του ανεγέρθηκε στο διοικητήριο του Κρατικού Εργοστασίου Αεροσκαφών στο Παλαιό Φάληρο, στο σημείο που σήμερα στεγάζεται το Μουσείο Ιστορίας της Πολεμικής Αεροπορίας. Η οδός που οδηγεί σε εκείνο το σημείο επίσης φέρει του όνομά του.
Ο Μωραϊτίνης ως χαρακτήρας συνδύαζε μία σειρά από χαρίσματα που τον ξεχώριζαν ανάμεσα στους αξιωματικούς της εποχής του: μεθοδικότητα, αλτρουισμός, πατριωτισμός, ενώ κάθε απόφασή του εμπνεόταν από διορατικότητα και τόλμη. Διέθετε σημαντική ικανότητα στη διοίκηση του προσωπικού του, όπως στη διαδικασία επιλογής των κατάλληλων υποψήφιων αεροπόρων, ενώ πάντα συμμετείχε σε πολεμικές αποστολές, παρ' όλο που, λόγω της θέσης του, είχε τη δυνατότητα να περιοριστεί σε καθήκοντα διοίκησης. Ιδιαίτερα η τελευταία επιλογή του κέρδισε την αμέριστη εμπιστοσύνη των συναδέλφων του.
Ο Μιχαήλ Μουτούσης (1885 – 16 Μαρτίου 1956) ήταν Έλληνας πρωτοπόρος αεροπόρος, αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού και μετέπειτα της Αεροπορίας. Ο Μουτούσης, αρχικά αξιωματικός του Μηχανικού, υπήρξε από τους πρώτους έξι Έλληνες αξιωματικούς που εστάλησαν το 1912 στη Γαλλία για αεροπορική εκπαίδευση ώστε να στελεχώσουν την νεοσύστατη Αεροπορική Υπηρεσία Στρατού. Κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους (1912-1913) εκτέλεσε αποστολές αναγνώρισης και βομβαρδισμού εναντίον τουρκικών θέσεων στο Μακεδονικό μέτωπο. Τον Δεκέμβριο του 1912, τοποθετήθηκε στο μέτωπο Ηπείρου όπου εκτέλεσε με επιτυχία αρκετές αποστολές στους τομείς Ιωαννίνων και Μπιζανίου κατά την ομώνυμη μάχη.
Τρίτη 4 Φεβρουαρίου 2020
Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2020
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)