Δημήτρης Βαρσάνης
Στα νότια προάστια του εκλεκτικού κέντρου του Ρότερνταμ που βρίσκεται ανάμεσα στις σιδηροδρομικές γραμμές και στον ποταμό Μάασ, το στάδιο της Feyenoord ενσαρκώνει πολλές από τις αποχρώσεις της πόλης. Γνωστό ως De Kuip το γήπεδο είναι ταυτόχρονα σύγχρονο και πρωτόγονο.
Παραδοσιακά κάθε χρόνο το De Kuip φιλοξενεί τον τελικό του Ολλανδικού Κυπέλλου. Όπως συμβαίνει συχνά με τους τελικούς κυπέλλου, σχηματίζονται ήρωες και οι συνέπειες της ιστορίας μπορούν να ανακατωθούν. Για έναν φοβερά πολυάσχολο και σχετικά άγνωστο επιθετικό της FC Utrecht, ο τελικός του 2003 αποδείχθηκε η ιδανική στιγμή για τη μεγάλη εισαγωγή του στο ποδόσφαιρο.
Αντιμετωπίζοντας τη Feyenoord στο δικό της γήπεδο, η Utrect πήγε στην αναμέτρηση ως συντριπτικό αουτσάιντερ. Έχοντας τερματίσει 32 πόντους μπροστά της και επικρατώντας της δύο φορές κατά τη διάρκεια της σεζόν η Feyenoord ήταν το “καυτό” φαβορί. Ωστόσο με την ανυποχώρητη εργασία, την ενέργεια και την επιμονή του Dirk Kuyt στην μπροστινή γραμμή οτιδήποτε είναι δυνατό.
Ο Kuyt έλαβε το βραβείο του “Man of the match” με το τέταρτο γκολ της ομάδας του σε μια τεράστια νίκη με 4-1. Παρέχοντας γλυκόπικρα συναισθήματα και για τις δύο μάζες οπαδών ο Kuyt συμπεριλήφθηκε στη καλύτερη ενδεκάδα της Eredivisie και ολοκλήρωσε τη μεταγραφή του ενός εκατομμυρίου ευρώ από την Utrecht στην Feyenoord λίγες μέρες μετά τον τελικό.
Στα 36 του τώρα ο Kuyt έχει καθιερωθεί ως ένας λατρεμένος ήρωας στο Ρότερνταμ, στο Λίβερπουλ και στην Κωνσταντινούπολη και με τα χρώματα της Feyenoord με χαρά και σχεδόν αναπόφευκτα εξακολουθεί να είναι ο βασιλιάς του De Kuip.
Το Ρότερνταμ ενδεχομένως να είναι μια δύσκολη πόλη για να στεριώσεις. Το De Kuip υπάρχει ως κάτι το παράδοξο, που στέκεται τόσο ως ένα απαθές αφιέρωμα στις αξίες του παρελθόντος όσο και μια λαμπερή μέκκα για το σύγχρονο ποδόσφαιρο. Συνυπάρχοντας ως μια θολή και άπταιστη κλίση του τότε και τώρα, η πόλη του Ρότερνταμ είναι σχεδόν η ίδια.
Η πόλη γνώρισε κάτι κοντά στην εξολόθρευση της κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, οπότε δεν υπάρχουν πάρα πολλά φυσικά αφιερώματα από τις περασμένες εποχές. Ωστόσο το Ρότερνταμ απεικονίζει πολλές παραδοσιακές αξίες στις άμεσες και σκληρές στάσεις τους. Η σημερινή φαινομενικά συνεχής αναδημιουργία, αναζωογόνηση και ανακαίνιση είναι μαρτυρία αυτών των στάσεων και της συνεχώς εξελισσόμενης πόλης στην οποία παρευρίσκονται.
Ακόμη και τα βαριά και στατικά ρέοντα νερά του Μάασ προσθέτουν στην ουσία τη κίνηση της ζωής. Ο μεγαλύτερος Ευρωπαϊκός λιμένας ναυσιπλοΐας διασκορπίζεται και προσδίδει στον αέρα μια σημαντική βιομηχανία. Ως φόντο με όλη αυτή την κίνηση και αναταραχή το Ρότερνταμ είναι μια αναμφισβήτητα ακατάπαυστη πόλη. Αν ο Dirk Kuyt ήταν μια πόλη θα ήταν σίγουρα το Ρότερνταμ.
Γεννημένος στο Katwijk aan Zee (μια μικρή Ολλανδική αλιευτική πόλη 43 χιλιόμετρα βόρεια του Ρότερνταμ) οι αρχές του Kuyt ήταν ταπεινές. Έχοντας προσχωρήσει στο κλαμπ του, τους Quick Boys σε ηλικία πέντε ετών, έλαμψε περισσότερο από μια γεύση πίστης ώστε να παραμείνει μέχρι το 18ο έτος του.
Χρειάστηκαν μόνο λίγα παιχνίδια στη Hoofdklaase για να φτάσει στην προσοχή των σκάουτερ της FC Utrecht και μόνο μερικά φιλικά προετοιμασίας για να παγιώσει τη θέση του στην αρχική της ενδεκάδα. Η σεζον 1998-99 ήταν η πρώτη του Kuyt στην Eredivisie και κατέγραψε έξι γκολ από τα “φτερά”. Ο Kuyt αντέδρασε θετικά όταν ο Foeke Booy τον εγκατέστησε σαν επιθετικό το 2002. Το μερίδιό του έφτασε στα 23 γκολ και έριξε στη διαδικασία το ενδιαφέρον από το Big 3 του Ολλανδικού ποδοσφαίρου (Ajax, PSV και Feyenoord).
Μετά τις πέντε χρονιές του στην Utrecht, η εργατική τάξη του Ρότερνταμ του προσέφερε ένα κατάλληλο σπίτι. Αποδείχθηκε επίσης ένας καθρέφτης για την ακούραστη προσπάθεια του Kuyt. Η εκτίμηση και η λατρεία από τους οπαδούς της Feyenoord ήρθε με αφθονία, όπως και τα γκολ από έναν μετατρέψιμο εξτρέμ.
Η πρώτη σεζόν του Kuyt με τη Feyenoord το 2003-04 έδωσε 24 γκολ και μια τρίτη θέση στην Eredivisie. Η επόμενη χρονιά τελείωσε με τον Kuyt ως πρώτο σκόρερ του πρωταθλήματος με 29 γκολ. Ακόμα είχε καθιερωθεί στην Εθνική ομάδα. Σε μια εποχή που η Eredivisie δεν ήταν τόσο αδύναμη όσο κάποιοι θα πίστευαν, η ενέργεια και το σκοράρισμα των Kuyt και Salomon Kalou ήταν πραγματικά εντυπωσιακά.
Ο Kuyt έφτασε σε ένα ρεκόρ 179 (!) διαδοχικών εμφανίσεων από τον Μάρτιο του 2001 έως τον Απρίλιο του 2006. Αξιοσημείωτο είναι ότι στις οκτώ σεζόν του στην Eredivisie έλειψε μόνο σε πέντε αγώνες. Μια πρώτη γεύση για τη δύναμή του, τη στάση και την ακλόνητη επιθυμία του να υπηρετεί την ομάδα του με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Έχοντας προκαλέσει το ενδιαφέρον συλλόγων της Premier League (κυρίως της Liverpool και της Newcastle United), ο Kuyt δήλωσε ότι θα έφευγε από τη Feyenoord για "ένα πραγματικά μεγάλο κλαμπ". Ένα σύντομο ζήτημα μερικών εβδομάδων με τη Feyenoord να αδυνατεί να εκτοπίσει την κυριαρχία του Ajax και της PSV, ο Kuyt υπέγραψε για τη Liverpool τον Ιούνιο του 2006.
Παρά τη φήμη και την τύχη ως σύγχρονος ποδοσφαιριστής, ο Kuyt κουβάλησε χωρίς κόπο τον αέρα της αξιοπρέπειας στη δική του οικογενειακή ζωή. Η συζυγός του Gertrude συνέχισε να εργάζεται ως νοσοκόμα στο σπίτι μέχρι να γεννηθεί η κόρη του και προσωπικά εξασφάλισε οι Quick Boys (η πρώτη του ομάδα στο Katwijk) να λάβει ένα σημαντικό κέρδος από τη μεταγραφή του στο Anfield.
Στις 6 Μαρτίου του 2011 το Anfield βρέθηκε παγιδευμένο από τον πρώιμο ήλιο της άνοιξης και την ευτυχισμένη πραγματικότητα της Manchester United. Αν υπήρχαν κάποιες αμφιβολίες για τον Kuyt ως ποδοσφαιριστή εξαφανίστηκαν. Εκείνο το απόγευμα ο Dirk Kuyt έκανε κάτι που μόνο τέσσερις παίκτες της Liverpool στην ιστορία το κατάφεραν και το οποίο δεν είχε γίνει από το 1990. Σκόραρε ένα χατ-τρικ κόντρα στους μισητούς τους αντιπάλους.
Με ένα τυπικό μείγμα αρπακτικού στο “κουτί” της μικρής περιοχής, ανδρείας και δύναμης, ο Kuyt προωθήθηκε και με τρία κοντινά τελειώματα χάρισε τη νίκη στην ομάδα του Anfield με 3-1. Κατά τη διάρκεια μιας σεζόν που είδε την κακή πίστη του Roy Hodgson και τη προσπάθεια συμμαζέματος των κομματιών από τον Kenny Dalglish, το χατ - τρικ του Kuyt έδωσε μια σπάνια στιγμή ακλόνητου κεφιού.
Στην πραγματικότητα ο Kuyt ήταν ένας λατρεμένος ήρωας στο Anfield πολύ πριν από εκείνο το χατ - τρικ. Υπογράφηκε από τον Rafa Benítez το 2006 και ο αντίκτυπος του Ολλανδού ήταν άμεσος. Ένας επιθετικός παίκτης με τέτοια προθυμία για αμυντική δουλειά ήταν κάτι καινούργιο στην Premier League όμως η εφαρμογή του Kuyt ήταν κάτι περισσότερο από απλή επιθυμία. Από την άμυνα του στην επίθεση και τα γυρίσματα του στην οπισθογραμμή, ο Kuyt αποδείχθηκε “λίρα 100” και μια έξυπνη επίγνωση της μεγαλύτερης τακτικής εικόνας. Ο Jürgen Klopp σίγουρα θα αγαπούσε τον 26χρονο Dirk Kuyt στην τωρινή ομάδα της Liverpool.
Ο συνδυασμός του ευφυούς ποδοσφαίρου με την εντυπωσιακή δουλειά του και την άψογη στάση του πρόκειται πάντοτε να καρπωνόταν τα οφέλη. Η σεζόν του Kuyt το 2006-07 για τη Liverpool έφτασε σχεδόν στο ανώτατο όριο.
Παίζοντας κυρίως ως επιθετικός, ο Kuyt σημείωσε 12 γκολ και είχε καθοριστική σημασία καθώς η Liverpool έφτασε σε έναν δεύτερο τελικό Champions League μέσα σε τρία χρόνια. Ακόμα πέτυχε το γκολ της παρηγοριάς για τη Liverpool, μιας και η Milan πήρε την εκδίκηση της από την ήττα του 2005 και κέρδισε γρήγορα τη φήμη ως ένας παίκτης μεγάλων αγώνων.
Η δεξιοτεχνία του για την παραγωγή ενός νικητήριου τέρματος ή μιας απόδοσης σε έναν αγώνα κατέστη καταπληκτική. Καθώς η Liverpool κυνηγούσε το τίτλο της Premier League τη σεζόν 2008-09, τροφοδοτούμενη εν μέρει από τον Fernando Torres ο Kuyt αναπτύχθηκε πιο συχνά ως εξτρέμ. Η επιρροή του όμως παρέμεινε κρίσιμη.
Ήταν ο Kuyt που εξασφάλισε τη πορεία της Liverpool στο Champions League εκείνη τη σεζόν. Χωρίς το γκολ του στη παράταση για τον τρίτο προκριματικό γύρο της διοργάνωσης επί της Standard Liège δεν θα υπήρχε καμία ιστορική “τεσσάρα” επί της Real Madrid ή η εξωφρενική ήττα με 5-7 από τη Chelsea στα προημιτελικά.
Από τις διαταραχές της χειμερινής μεταγραφικής περιόδου το 2010 και τις διαμαρτυρίες για τους ιδιοκτήτες της Liverpool, ο Dirk Kuyt αποδείχθηκε μια επιρροή της ηρεμίας κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο χρόνων του στο Anfield. Ήταν ένα αξιόπιστο “νησί” στη “τρικυμία” των Αμερικανών ιδιοκτητών, στα γεγονότα του Suarez και σε μια θλιβερή χρονιά στη Premier League.
Το League Cup του 2012 έδωσε στον Kuyt ένα ταιριαστό και το μόνο μετάλλιο στη εξαετής θητεία του στη Liverpool. Αναπόφευκτα ο Kuyt θα μπορούσε να επικαλεστεί το εύστοχο πέναλτι του έχοντας ήδη σκοράρει στη παράταση απέναντι στη Cardiff. Παρά την έλλειψη τροπαίων, οι προσωπικές συμβολές του Kuyt ήταν ουσιαστικές: 71 γκολ σε 276 αγώνες και μόνο ο Ian Rush και ο Steve Gerrard σημείωσαν περισσότερα τέρματα στο Champions League με τη φανέλα της Liverpool. Μόνο ο Robbie Fowler, ο Steve Gerrard, ο Michael Owen, ο Luis Suárez και ο Fernando Torres πέτυχαν περισσότερα γκολ στη Premier League με τη φανέλα της Liverpool.
Στις 3 Ιουνίου του 2012 με τη Liverpool έτοιμη να καλωσορίσει τον Brendan Rodgers στο πάγκο της, η Fenerbahçe κάλυψε τη ρήτρα ύψους ενός εκατομμυρίου για τον Kuyt και ένας από τους πιο αγαπημένους “υιοθετημένους γιους” του Λίβερπουλ πήρε το δρόμο του
Ξεκινώντας τη καριέρα του στη Τούρκικη Süper Lig στα 32 του ενδεχομένως να σκεφτόταν ο καθένας ότι ο Kuyt θα άρχιζε να πέφτει σε απόδοση. Παρόλα αυτά με τα μάτια του στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2014 με την Ολλανδία, η προσήλωση και η αφοσίωση του Kuyt βελτιώθηκαν. Ακόμα είχε να κερδίσει μπροστά του μια νέα πόλη και τους υποστηρικτές της.
Ο Kuyt έχασε μόνο δύο παιχνίδια κατά τη διάρκεια της τριετής διαμονής του στην Κωνσταντινούπολη και πήρε το κύπελλο Τουρκίας στη πρώτη του χρονιά. Κάπως συγκλονιστικά ήταν μόνο το τρίτο του μεγάλο τρόπαιο στη σταδιοδρομία του. Τη σεζόν 2013/14 κατέκτησε το πρωτάθλημα Süper Lig και το σούπερ Καπ Τουρκίας
Περιττό να πούμε ότι σε ένα περιβάλλον όπου πολλοί Ευρωπαίοι ποδοσφαιριστές έχουν μπει σε περιπέτειες για τις επιταγές, ο Kuyt έγινε ένας στιγμιαίος ήρωας για τη στάση και την αφοσίωση του.
Ο Dirk Kuyt είναι μια σπάνια φυλή Ολλανδού ποδοσφαιριστή. Όσον αφορά τα γκολ και τις εμφανίσεις του στην Εθνική ξεπερνά πολλά θρυλικά ονόματα. Ωστόσο η στάση και η προσήλωση του Kuyt είναι εκείνο αστέρι που λάμπει φωτεινότερα. Με τον Kuyt να μην κουβαλά κανένα “εγώ” πάνω του δεν υπάρχει καμία διαμάχη.
Καθώς ο Marco van Basten παρουσίαζε μια νέα αυγή στην Εθνική Ολλανδίας το καλοκαίρι του 2004 ο Dirk Kuyt ήταν ένας προφανής δικαιούχος. Στην επίθεση ο van Basten έκλεισε αποτελεσματικά την πόρτα σε καθιερωμένους παίκτες όπως ο Patrick Kluivert και ο Roy Makaay. Μετά από τη πρώτη του σεζόν με την Feyenoord και τα 20 τέρματα ο Kuyt πραγματοποίησε το ντεμπούτο του στους “Οράνιε” τον Σεπτέμβριο του 2004.
Με το πρώτο του παιχνίδι κέρδισε μια θέση βασικού και έχασε μόνο ένα παιχνίδι καθώς οι Ολλανδοί λάμβαναν μέρος στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2006. Ωστόσο καθώς ο van Basten δυσκολευόταν να βρει την καλύτερη επιλογή σε έναν αριθμό επιθετικών επιλογών, ο Kuyt ξεκίνησε μόλις σε δύο αγώνες καθώς η Ολλανδία αποκλείστηκε από την Πορτογαλία στο δεύτερο γύρο. Σε μια αξιοσημείωτη και αξέχαστη αναμέτρηση για το πειθαρχικό της κομμάτι, ο Kuyt ήταν ένας από τους ελάχιστους παίκτες που δεν δέχτηκε τη κίτρινη κάρτα
Έχοντας αλλάξει θέση για το Euro 2008, ο Kuyt και η Ολλανδία άρχισαν εντυπωσιακά στο τουρνουά. Προσαρμοσμένος με τη ζωή στα άκρα, ο Kuyt σκόραρε μία φορά και μοίρασε τέσσερις ασίστ καθώς οι Ολλανδοί επικράτησαν και στους τρεις αγώνες του ομίλου. Δυστυχώς η φόρμα και η τύχη της Ολλανδίας διακυμάνθηκαν μιας και η Ρωσία τους νίκησε με 3-1. Έτσι και η βασιλεία του Van Basten ολοκληρώθηκε.
Κάτω από τον Bert van Marwijk ο Kuyt παρέμεινε ένα από τα πρώτα ονόματα στην αρχική ενδεκάδα. Ανάλογα με τους τραυματισμούς και τη διαθεσιμότητα άλλων ποδοσφαιριστών έπαιζε ως επιθετικός ή ως εξτρέμ ή και ενίοτε πίσω από τους επιθετικούς.
Η Ολλανδία προκρίθηκε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2010 με μεγάλη ευκολία και ο Kuyt ξεκίνησε και στα επτά παιχνίδια τους κατά τη διάρκεια της εντυπωσιακής τους πορείας στο τουρνουά. Ο τελικός εναντίον της Ισπανίας είχε προσφερθεί από τον Johan Cruyff ως "ποδόσφαιρο κόντρα στο αντιποδόσφαιρο", αλλά και πάλι η προσωπική αφοσίωση του Kuyt δεν θα μπορούσε ποτέ να υποστηρίξει την κριτική.
Παρά το γεγονός ότι ήταν βασικός παράγοντας για τους “Οράνιε” στα προκριματικά του Euro 2012, οι μικροί τραυματισμοί και οι μεγάλες αναθεωρήσεις από τον van Marwijk είδαν τον Kuyt να χάνει την αφετηρία του. Οι Arjen Robben και Ibrahim Afellay προτιμήθηκαν στα “φτερά” καθώς οι Ολλανδοί ηττήθηκαν και στα τρία παιχνίδια του ομίλου τους. Ο Van Marwijk παραιτήθηκε λίγο αργότερα.
Κάτω από τον Louis van Gaal - ο οποίος αντικατέστησε τον van Marwijk τον Ιούνιο του 2012 - ένας μικρότερος παίκτης από τον Kuyt μπορούσε να επαναστατήσει ή ακόμα και να αποσυρθεί από τη Διεθνή σκηνή. Παρά το γεγονός ότι ονομάστηκε υπαρχηγός ο Kuyt χρησιμοποιήθηκε σποραδικά από τον Van Gaal. Όταν έπαιζε συχνά χρησιμοποιούνταν σε διάφορες θέσεις κατά τη διάρκεια της αναμέτρησης.
Φυσικά ο Kuyt σεβόταν τις διαταγές και εφάρμοζε τον εαυτό του όπως μόνο ο Kuyt μπορούσε. Στο δρόμο για μια αξιοσημείωτη τρίτη θέση στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2014 ο Kuyt ξεκίνησε στους περισσότερους αγώνες στα άκρα, αλλά συχνά μετατρέπονταν και σε επιθετικός μιας και ο van Gaal συνήθιζε να αλλάζει το σύστημα κατά τη διάρκεια των αγώνων. Η 104η και τελευταία Διεθνής εμφάνιση του Kuyt ήρθε στο μικρό τελικό με τη Βραζιλία. Αυτή η συμμετοχή κατέταξε τον Kuyt και στην έκτη θέση της λίστας με τις περισσότερες συμμετοχές στην Εθνική Ολλανδίας.
Παρόλο που είναι ένας αποδεδειγμένος καλλιτέχνης στη Διεθνή σκηνή, ένας παλαίμαχος τριών Παγκοσμίων Κυπέλλων και ένας λατρεμένος ήρωας οπουδήποτε και αν αγωνίστηκε, ο Kuyt παρέμεινε κάτι σαν υποσημείωση πέρα από τα όρια του Λίβερπουλ και του Ρότερνταμ και αυτό ήταν ένα μεγάλο κρίμα.
Το καλοκαίρι του 2015 ο Kuyt επέλεξε το “σπίτι” του από τις πολλές προσοδοφόρες προσφορές. Η επιστροφή του στη Feyenoord - που τώρα τη διαχειρίζεται ο πρώην συμπαίκτης του Giovanni van Bronckhorst - τον έβαλε πίσω στο προσκήνιο της πατρίδας του. Όπως θα περίμενε ο οποιοσδήποτε δεν απογοήτευσε.
Στα 35 του ο Kuyt απέδειξε την αξία του. Κατά τη διάρκεια μιας χρονιάς όπου η Feyenoord πραγματοποίησε ένα αρνητικό ρεκόρ συλλόγου χάνοντας σε επτά διαδοχικούς αγώνες στη Eredivisie από το Δεκέμβριο έως τον Φεβρουάριο, ο Kuyt συνέβαλε αποφασιστικά σε μια ανάκαμψη. Μετά την ήττα την μέρα του Αγίου Βαλεντίνου από τη PEC Zwolle, η Feyenoord παρέμεινε αήττητη μέχρι το τέλος της σεζόν η οποία κορυφώθηκε με τον τελικό του Ολλανδικού Κυπέλλου.
Σε μία από αυτές τις αξιοσημείωτες επαναλήψεις της ιστορίας, η FC Utrecht και η Feyenoord συναντήθηκαν τον τελικό του Κυπέλλου KNVB στο De Kuip για άλλη μια φορά στις 24 Απριλίου του 2016. Φέρνοντας ξανά τη “κουρτίνα” του από τη πρώτη του θητεία στη Feyenoord, ο Kuyt για ακόμα μια φορά είχε επιρροή στο τελικό μοιράζοντας μια ασίστ στη νίκη με 2-1 της ομάδας του.
Δεκατρία χρόνια μετά την παρουσίαση του στο De Kuip, το “στολίδι” του Ρότερνταμ αποδείχτηκε και πάλι ένας αγαπημένος τόπος συναντήσεως. "Η κατάκτηση ενός τροπαίου με τη Feyenoord ήταν το μεγαλύτερο όνειρό μου", δήλωσε ο Kuyt στο ολλανδικό τηλεοπτικό κανάλι SBS6 μετά το τέλος του αγώνα. "Αυτό ενδεχομένως να είναι το μεγαλύτερο βραβείο στη καριέρα μου".
Ωστόσο τα τελευταία λόγια του κατά 99% δεν θα ισχύσουν και αυτό γιατί μια εβδομάδα πριν το τέλος της φετινής χρονιάς η Feyenoord με το ενάμιση χέρι έχει ακουμπήσει το πρωτάθλημα. Μετά από 18 χρόνια είναι έτοιμη να πανηγυρίσει το πρώτο της πρωτάθλημα (χρειάζεται τρεις βαθμούς στις εναπομείναντες δύο αγωνιστικές για να το εξασφαλίσει) και θα μιλάμε για το τέλειο τελευταίο (ενδεχομένως) δώρο για τον ταπεινό άνδρα του Ρότερνταμ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου