Δημήτρης Βαρσάνης
Στις 8 Ιουνίου του 2011 ο Luis Enrique κατέληξε σε συμφωνία με την Roma για να γίνει ο νέος της προπονητής. Υπέγραψε τριετές συμβόλαιο με τους Giallorossi αφού περίμενε με ανυπομονησία από το Camp Nou μια κλήση να αναλάβει αντί του Pep Guardiola. Μια κλήση που εν τέλει δεν ήρθε ποτέ.
Ο Enrique είχε διοριστεί ως προπονητής της Barcelona Β’ το 2008 και πολλοί - συμπεριλαμβανομένου του ίδιου του Enrique - πίστευαν ότι θα καθόταν στη μεγάλη καρέκλα όταν ο Guardiola θα έφευγε. Μετά από τρία μάταια χρόνια αναμονής και όταν ο Guardiola αποφάσισε να παραμείνει στο τέλος της σεζόν 2010/11 ενώ υπήρχαν πολλές εικασίες ότι θα αποχωρούσε, ο Enrique είχε κουραστεί πλέον.
Αποφάσισε ότι μια τέταρτη χρονιά στη δεύτερη ομάδα θα ισοδυναμούσε με στασιμότητα και θα έδειχνε έλλειψη φιλοδοξίας. Αποφάσισε να αναλάβει ηγετικό ρόλο και να διαμορφώσει τον δικό του ρόλο αντί να περιμένει να του παραδοθεί.
Για πολλούς οπαδούς της Roma έμοιαζε σαν μια ιδανική πρόσληψη. Ήταν μια περίοδος κατά την οποία η Ισπανία κυριαρχούσε παντού στο ποδόσφαιρο. Η ιβηρική ηγεμονία βρισκόταν στην άνοδο της. Λίγους μήνες νωρίτερα η Barcelona κατέκτησε το Champions League με μια πειστική εμφάνιση κόντρα στη Manchester United στο Wembley. Ήταν το τρίτο της Champions League σε έξι χρόνια. Το προηγούμενο καλοκαίρι επίσης η Ισπανία πήρε το Παγκόσμιο Κύπελλο στη Νότια Αφρική, καθώς και το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα το 2008, το οποίο θα διατηρούσε το 2012. Το Tiki-taka ήταν η κυρίαρχη φιλοσοφία και αν θέλατε κάποιον να σας καθοδηγήσει την ομάδα και να αναπτύξει αυτό το είδος παιχνιδιού ένας ντυμένος Barcelonista θα έμοιαζε η ιδανική επιλογή.
Μια τέτοια λογική τονίστηκε από τον διευθυντή ποδοσφαίρου της Roma Walter Sabatini: "Ο λόγος που επιλέξαμε τον Enrique είναι συμβολικός. Ο Enrique αντιπροσωπεύει μια ιδέα ποδοσφαίρου που θα θέλαμε να ακολουθήσουμε, η οποία επιβάλλεται σήμερα μέσω της Ισπανίας και της Barcelona”.
Στις 16 Απριλίου του 2011 ο Thomas DiBenedetto (Αμερικανός επιχειρηματίας που γεννήθηκε στη Βοστώνη) είχε πάρει τον έλεγχο του συλλόγου και με τα μάτια του να είναι στραμμένα σε μεγάλα τρόπαια, θεώρησε την απόκτηση του Enrique ως καταλύτη να αλλάξει το γηρασμένο ρόστερ της ομάδας - που τερμάτισε έκτη στη Serie A την προηγούμενη σεζόν - σε ρεαλιστική ανταγωνίστρια για τιμητικές διακρίσεις. Νέος ιδιοκτήτης και νέος προπονητής: Όλα έμοιαζαν ιδανικά για να ευημερήσει η Roma όμως τα πράγματα δεν αποδεικνύονται πάντοτε με αυτόν τον τρόπο και καθώς η χρονιά προχωρούσε, η δυσκολία να κολλήσει το εξωγήινο τρόπο παιχνιδιού σε μια άρρωστη ομάδα κατέστη όλο και πιο ξεκάθαρη.
Όλα αυτά έμοιαζαν μια πολύ μακριά γραμμή όμως όταν έφτασε στο σύλλογο ο Luis Enrique και τόνισε τις προθέσεις του έφερε μαζί του έναν άλλο πρώην παίκτη της Barça τον Iván de la Peña, δίνοντας λίγη σημασία στο γεγονός ότι αγωνίστηκε για δύο χρόνια στην αιώνια αντίπαλό της Lazio και παρουσιάστηκε εκείνη τη στιγμή ως ένας «τεχνικός συνεργάτης». Οι tifosi στη Curva Sud του Olimpico ίσως είχαν μια λιγότερο φιλική ονομασία από το «συνεργάτη» για τον De la Peña, αλλά ο Enrique δεν το σκέφτηκε και πάρα πολύ αυτό το πράγμα.
Δεν είναι σαφές σε ποιο βαθμό η Διοίκηση του συλλόγου περίμενε από τον Enrique να περάσει τη φιλοσοφία ποδοσφαίρου υπό το πρίσμα των ιδιαίτερων απαιτήσεων των παραδόσεων του Calcio, αλλά οι τίτλοι των εφημερίδων που αποκαλούσαν τους Giallorossi ως «BarçaRoma» υποδήλωναν ότι η έκταση τέτοιων διακυμάνσεων έμοιαζε υπερβολικά αισιόδοξη στην καλύτερη περίπτωση. Εκείνη την εποχή αισθάνονταν τις επιδοκιμασίες. Αργότερα θα τους χτυπούσε με πολύ πιο σκληρούς τόνους.
Ο Enrique δεν έχασε καθόλου χρόνο για να αναδιαμορφώσει το ρόστερ του. Πρόσθεσε τον τερματοφύλακα του Ajax Maarten Stekelenburg, τους αμυντικούς José Ángel από την Sporting Gijón, Gabriel Heinze από τη Marseille και Simon Kjær από τη Wolfsburg, ως δανεικό το τελευταίο. Στη μεσαία γραμμή έφερε τον Αργεντινό Érik Lamela από τη River Plate και τον Miralem Pjanić από Lyon. Ο Bojan Krkić όντας αιχμάλωτος στην Barcelona ήρθε για την επιθετική γραμμή με τους Dani Osvaldo, Fabio Borini και Marco Borriello - οι οποίοι δεν κάθισαν πολύ στο κλαμπ - να είναι οι μόνοι Ιταλοί που πήραν μεταγραφή στη Roma.
Το ρόστερ έμοιαζε λιγότερο παντρεμένο με το Calcio και τις παραδόσεις του. Καθ 'όλη τη διάρκεια της σεζόν πολλές από τις νέες μεταγραφές έγιναν κατευθείαν βασικοί στην αρχική ενδεκάδα. Φαινόταν ότι ο Enrique είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι υπήρχε πολύ καλύτερη πιθανότητα να ζωγραφίσει την εικόνα του στο κενό καμβά αντί να προσπαθήσει να χρησιμοποιήσει την παλέτα του για να εξουδετερώσει την τέχνη που συσσωρεύτηκε μέχρι τώρα στο υπάρχον υλικό.
Σε μερικούς - και σε πολλούς άλλους στο τέλος της σεζόν - έμοιαζε ότι ο νέος προπονητής είδε τη πρόσληψη του ως το τελευταίο του σχολείο, όπου θα μπορούσε να τελειοποιήσει με ακρίβεια τα διαπιστευτήριά του στη Barcelona με λίγο περισσότερο φως από ότι του έδινε η ανακατεμένη ομάδα της Barcelona B’. Πακετάρισε το πρότυπο της Καταλονίας στη βαλίτσα του και έφτασε στη Ρώμη, ξετυλίγοντας και ρίχνοντας το πάνω στο ρόστερ τουδηλώνοντας: «Δείτε τη Barcelona, αυτό είναι που μπορώ να κάνω».
Ο Enrique τελικά κατέληξε στην μεγάλη καρέκλα του Camp Nou όμως η καθόλου επιτυχημένη θητεία του στην Αιώνια Πόλη σήμαινε ότι έπρεπε να επιστρέψει στη Barcelona με μια μικρή παράκαμψη από τη Γαλικία και το Βίγκο. Όλα αυτά ήταν ένα εκατομμύριο μίλια μακριά από τα περισσότερα μυαλά όταν ξεκίνησε η εποχή του στη Roma.
Το τελευταίο φιλικό πριν από την έναρξη της σεζόν έδειξε ότι ο προπονητής και ο σύλλογος μπορεί να συναντήσουν μερικά ταραχώδη νερά μπροστά τους. Μια ήττα με 3-0 στο Mestalla από τη Valencia μπροστά σε 45.000 θεατές για το παραδοσιακό Trofeo Naranja του κλαμπ έκανε λίγα για να εμπνεύσει εμπιστοσύνη, αν και με μια ομάδα λιγότερο δυνατή στο γήπεδο.
Αυτές οι ανησυχίες επισημάνθηκαν όταν πέρασαν οι τρεις πρώτες αγωνιστικές της καινούργιας σεζόν - συμπεριλαμβανομένων δύο αγώνων στην έδρα της - χωρίς να σημειώσει νίκη. Άρχισε με μια απογοητευτική εντός έδρας ήττα από τη Cagliari στη πρεμιέρα (μόλις η τρίτη φορά που η Roma ηττήθηκε στη πρεμιέρα τα προηγούμενα 18 χρόνια) και ακολούθησε μια ισοπαλία (1-1) όταν η Siena επισκέφτηκε το Olimpico. Η πρώτη νίκη ήρθε στο Tardini όταν νίκησε τη Parma χάρη σε ένα τέρμα από τον Osvaldo. Έπειτα συνέχισε με μια νίκη με 3-1 επί της Atalanta.
Φυσικά κανείς δεν περίμενε ότι το νέο καθεστώς του προπονητή θα φέρει άμεση επιτυχία όμως τώρα εμφανίστηκε κάποια ένδειξη προόδου. Μια τέτοια λογική μπορεί να βγει από το παράθυρο όταν έρχονται τα τοπικά ντέρμπι και μια ήττα με 2-1 από τη Lazio αύξησε την πίεση στον Enrique και στην ομάδα του. Στη συνέχεια ακολούθησε ένα ανομοιογενές σερί οκτώ αγώνων, στο οποίο έφερε τέσσερις ήττες, τρεις νίκες και μια ισοπαλία και στα μέσα Δεκεμβρίου άρχισε ένα θετικό σερί που πρότεινε καλύτερα πράγματα ότι θα έρθουν.
Από τις 18 Δεκεμβρίου έως τις 19 Φεβρουαρίου οι Giallorossi έδωσαν οκτώ αγώνες, παίρνοντας πέντε νίκες, φέρνοντας δύο ισοπαλίες και κάνοντας τη μοναδική ήττα από τη Cagliari, η οποία γύρισε το εις βάρος της 2-1 σε 4-2 μπροστά σε 9.500 οπαδούς στο Stadio Sant’Elia. Αν πολλοί περίμεναν ότι η Roma θα έκανε μια επανεκκίνηση από εκεί έμειναν απογοητευμένοι. Στις υπόλοιπες 18 αγωνιστικές της Serie A πήρε μόνο επτά ήττες, έφερε τον ίδιο αριθμό σε ήττες - συμπεριλαμβανομένης μιας άλλης ήττας στο Derby della Capitale, από τη Lazio - και τέσσερις ήττες.
Αυτό σήμαινε ένας τερματισμός στην έβδομη θέση (η χαμηλότερη θέση της Roma τη τελευταία δεκαετία - και την αποτυχία να βγει στην Ευρώπη. Ο Luis Enrique δήλωσε ότι θα αποχωρήσει από το κλαμπ στο τέλος της σεζόν λέγοντας: "Είχα ένα άλλο χρόνο στο συμβόλαιο μου όμως δεν ένιωθα ότι θα μπορούσα να δώσω περισσότερα πράγματα στη Roma. Αυτό υποδηλώνει την αποδοχή της κατάστασης και ίσως ότι η θητεία του με το σύλλογο είχε εξυπηρετήσει το σκοπό του.
Αυτό που φαινόταν απολύτως κατάλληλο για τους σκοπούς του λίγους μήνες νωρίτερα έμοιαζε τώρα με μια τρέλα. Τι είχε πάει στραβά; είναι αλήθεια ότι η αναζήτηση ενός συγκεκριμένου τρόπου παιχνιδιού όταν η ομάδα σου μαθαίνει σε μεγάλο βαθμό με αυτόν τον τρόπο εδώ και πολλά χρόνια μέσα από την ανάπτυξη της νεολαίας είναι ένα πράγμα, αλλά να επιδιώκεις να πάρεις αυτό το πλάνο και να το επιβάλεις σε μια εντελώς άλλη ποδοσφαιρική κουλτούρα είναι ένα εντελώς διαφορετικό πράγμα. Η Roma δεν διέθετε κανένα από τα ταλέντα του Andrés Iniesta που θα μπορούσε να επιταχύνει το ρυθμό του παιχνιδιού του με τη λάμψη του και την επιτάχυνση. Η Serie A βασίζεται στην υπομονή, στα συμπαγή θεμέλια και στην επιλογή του χρόνου για να χτυπήσει.
Η κυρίαρχη νοοτροπία που ο Enrique ενστάλαξε ήταν διαμετρικά αντίθετη με εκείνη που επιδίωκε να περάσει στη «BarcaRoma»(ένα όνομα που είχε γίνει καταδικαστικό κατηγορητήριο και όχι ένας έπαινος στον ρωμαϊκό Τύπο). Η κυρίαρχη κατοχή έμοιαζε να έχει λίγη αξία χωρίς τα σωστά εργαλεία για να την εκτελέσει, με τη Roma να γίνεται μια αυτοτελής προφητεία από όλα αυτά που θα μπορούσαν να πάνε στραβά με ένα τέτοιο πλάνο.
Όσον αφορά την κατοχή η Roma ήταν δεύτερη πίσω μόνο από τη πρωταθλήτρια Juventus έχοντας κατά μέσο όρο 57,7% καθ 'όλη τη διάρκεια της σεζόν, αλλά τα συγκεκριμένα στατιστικά από μόνα τους δεν την ανταμείβουν. Ενώ η “γηραιά κυρία” είχε μετατρέψει την κυριαρχία της σε γκολ και νίκες, η Roma δεν κατάφερε να πράξει κάτι ανάλογο. Φυσικά δεν υπήρχε κανένας Lionel Messi. Μια τέτοια μεγαλοφυία μπορεί να αλλάξει από μόνος του ένα παιχνίδι και παρά τη παρουσία του Francesco Totti - ένας παίκτης πιο κατάλληλος για το ρόλο του ψευτοεννιαριού - η δυνατότητα να κερδίζει παιχνίδια από τέτοιες θέσεις έλειπε εν σύγκρισή.
Δεν είναι παράξενο που ο Enrique δεν κατάφερε να περάσει στην ομάδα του το tiki-taka και όλα αυτά που συνεπάγονταν. Δεν υπήρξε ο δυναμισμός της ομάδας του Guardiola, πιέζοντας τους αντίπαλους παίκτες όταν έχανε τη μπάλα. Το ίδιο ισχύει και όταν η ομάδα είχε την μπάλα. Η αλληλεπίδραση της κίνησης και του ρυθμού σε μεγάλο βαθμό απουσίαζε. Ίσως μόνο ο Bojan - ο οποίος το ήξερε από τα παιδικά του χρόνου - ήταν σε αρμονία με τις επιθυμίες του προπονητή, αλλά σε τέτοιες περιπτώσεις αν μόνο ένα άτομο ακολουθεί το πλάνο, αυτός μοιάζει συχνά κακός και όχι οι άλλοι. Αυτή η κατανόηση δεν φαίνεται να διαπέρασε στον Lamela ή στον Osvaldo, οι οποίοι και οι δύο εφάρμοσαν την πιο ατομιστική προσέγγιση αγνοώντας την αξία του συντονισμένου παιχνιδιού.
Ο Bojan υπέφερε επίσης από την μεταφερθείσα οργή των Tifosi της Roma όταν ο μικροσκοπικός επιθετικός επιλέχθηκε μπροστά από το είδωλο τους. Κάθε λάθος ήταν μεγεθυντικό, με κάθε λάθος χαλούσε ο κόσμος και μέχρι να επανέλθει στον αγωνιστικό χώρο ο Totti υπήρχε λίγη ηρεμία Curva Sud.
Αν ο Enrique κατάλαβε ότι τα πλάνα του ήταν καταδικασμένα, φάνηκε ότι ο σύλλογος είχε καταλήξει σε παρόμοιο συμπέρασμα. Παρά τα όσα μπορούσαν να θεωρηθούν ως κροκοδείλια δάκρυα όταν ο προπονητής ανακοίνωσε την πρόθεσή του να φύγει, δεν υπήρχε καμία όρεξη για μια δεύτερη προσπάθεια στη σχολή σκέψης της «BarcaRoma». Ο άντρας που ήρθε ως αντικαταστάτης του Enrique ήταν ο Zdeněk Zeman.
Ο Γενικός διευθυντής Franco Baldini δήλωσε: "Το πρότζεκτ δεν απέτυχε. Θέλουμε να συνεχίσουμε να παίζουμε με ένα συγκεκριμένο είδος ποδοσφαίρου και από τα στατιστικά του πρωταθλήματος η Roma είναι η ομάδα που έχει περισσότερη κατοχή από οποιαδήποτε άλλη και είναι τρίτη πίσω από τη Juve και τη Milan στην εδαφική κυριαρχία και στις ολοκληρωμένες πάσες. Αυτό λέει πολλά για την ποιότητα του παιχνιδιού μας. Η αποτυχία ήταν το πως ξεκίνησε η χρονιά μας στο πρωτάθλημα όμως το στυλ παιχνιδιού ήταν αυτό που θέλαμε από την αρχή. "
Πρέπει να αναρωτηθούμε αν είχε τα δάχτυλά του σταυρωμένα εκείνη την εποχή. Θα ήταν μια ψυχρή άνεση για τους Tifosi να ακούν τις αξιώσεις της κατοχής και της εδαφικής κυριαρχίας ως δικαιολογία για αυτό που αποδείχθηκε ότι ήταν μια εποχή μετριοπάθειας όσον αφορά την πρόσφατη ιστορία του κλαμπ.
Το πείραμα τελείωσε πολύ σύντομα; κοιτάζοντας πίσω φαίνεται ένας εκπληκτικά φιλόδοξος στόχος να αλλάξει η νοοτροπία όχι μόνο ενός συλλόγου αλλά και μιας κουλτούρας πρωταθλήματος σε μια μόνο χρονιά. Ίσως μια δεύτερη χρονιά με περισσότερους καινούργιους ποδοσφαιριστές να έρχονται να μπορούσε να κάνει τη διαφορά. Είναι σίγουρα η προσέγγιση που φαίνεται να ακολουθεί η Manchester City με το παλιό αφεντικό του Enrique στο Camp Nou.
Θα ήταν ενδιαφέρον να δούμε το αποτέλεσμα που θα είχε η φιλοσοφία του Enrique μακροπρόθεσμα. Καταλήγοντας ξανά στη Barcelona μπορεί να τον έκανε πιο δημοφιλή όμως σίγουρα ήταν μια πιο εύκολη επιλογή για να κάνει την ομάδα του να παίζει όπως ήθελε. Ίσως αν του δινόταν χρόνος να μπορούσε να αποδώσει στο “μαντείο” της Roma και να αλλάξει την οπτική του συλλόγου.
Μια χρονιά σίγουρα ήταν πολύ λίγη. Εάν η Ρώμη δεν χτίστηκε σε μια μέρα, σίγουρα η Roma δεν θα μπορούσε να ξαναχτιστεί σε μια χρονιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου