Κυριακή 3 Σεπτεμβρίου 2017

«Πόλεμος» Κονιόρδου - Σ.Ε.Α.


«Persona non grata» χαρακτήρισε σε ανακοίνωσή του ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων την υπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού κα Λυδία Κονιόρδου, με  τον εμφατικό τίτλο «Κάποιος να τη σταματήσει» και κρίνει ότι «δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της ευθύνης που της έχει ανατεθεί».

Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων παρακολουθεί με εύλογο ενδιαφέρον τις εξελίξεις στο Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων (ΤΑΠΑ), το οποίο αποτελεί ΝΠΔΔ του υπουργείου Πολιτισμού. Σαν να μην έφτανε το πνιγηρό κλίμα της οικονομικής ασφυξίας που προκάλεσε στην Αρχαιολογική Υπηρεσία μέχρι το τέλος Ιουλίου η Κυβέρνηση, με το πρωτοφανές μπλοκάρισμα του Τακτικού Προϋπολογισμού, βρισκόμαστε καθημερινά μάρτυρες μιας σειράς γεγονότων που μόνον ανασφάλεια για το μέλλον της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και την προστασία των Αρχαιοτήτων μπορούν πλέον να προκαλούν.

Μετά τη σιωπηρή συγκατάθεση στην επίθεση του υπουργού Μεταφορών στους εργαζόμενους, την εποπτεύουσα υπηρεσία των ανασκαφών στο Μετρό Θεσσαλονίκης και τα συλλογικά όργανα της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, ήρθε η αντιθεσμική αντικατάσταση της νόμιμης διαδικασίας κήρυξης αρχαιολογικού χώρου στο Ελληνικό με την υπογραφή ενός αγνώστου ακόμη περιεχομένου μνημονίου «για να μην χαθεί η επένδυση» (όπως ανερυθρίαστα ομολόγησε η ίδια η υπουργός σε συνάντησή της με το διοικητικό συμβούλιο του ΣΕΑ), και η προσπάθεια παράκαμψης της γνωμοδότησης του ΚΑΣ και της έκδοσης Υπ. Αποφάσεων για έργα επί μνημείων με τρίτους στο πλαίσιο προγραμματικών συμβάσεων. Τελευταία στη σειρά ανάλογων ενεργειών, η αιφνίδια και χωρίς επαρκή αιτιολόγηση αντικατάσταση του διοικητικού συμβουλίου του ΤΑΠΑ, εντός του Αυγούστου, και πριν ολοκληρωθούν οι όποιες προσπάθειες είχαν δρομολογηθεί.

Το διοικητικό συμβούλιο του ΣΕΑ έχει κατά καιρούς εκθέσει την άποψη του -κάποιες φορές διαφορετική- για τη λειτουργία του ΤΑΠΑ, οργανισμού νευραλγικού για τη λειτουργία των υπηρεσιών του ΥΠΠΟΑ, σε κείμενα και σε συναντήσεις με την τέως Πρόεδρο του Ταμείου κα Λούβη και την υπουργό και μάλιστα όσον αφορά τη χρηματοδότηση των Εφορειών, των Μουσείων και των λοιπών διευθύνσεων της Α.Υ., το εκδοτικό έργο σε σχέση με την επιστημονική δράση της, τις απαλλοτριώσεις, τις απαραίτητες υποστηρικτικές υποδομές για τους αρχαιολογικούς χώρους και εν γένει τον τρόπο με τον οποίο το ετήσιο πρόγραμμα δράσης της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας μπορεί να συντονιστεί με αυτό του ΤΑΠΑ για ένα καλύτερο αποτέλεσμα.
Ωστόσο, ανεξάρτητα από τα παραπάνω, στοιχειώδης και καθοριστική προϋπόθεση για την ορθή διαχείριση και τη λειτουργία του ΤΑΠΑ, είναι η επιλογή των μελών και ο διορισμός του διοικητικού συμβουλίου του να γίνονται με διαφανή κριτήρια και να υπηρετούν τους συγκεκριμένους στόχους. Σε αυτό η πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟΑ έχει αποτύχει, καθώς, πέρα από αόριστες εξαγγελίες, δεν έχει ασχοληθεί ουσιαστικά με βασικά ζητήματα του Ταμείου, ούτε στήριξε τις σχετικές καινοτόμες πρωτοβουλίες που ανέλαβε το απελθόν διοικητικό συμβούλιο του ΤΑΠΑ, όπως ο εξορθολογισμός και ο εκσυγχρονισμός της λειτουργίας του, η αντιμετώπιση φλεγόντων θεμάτων, όπως ο σχεδιασμός και η εφαρμογή του ηλεκτρονικού εισιτηρίου, το ολοκληρωμένο σύστημα παρακολούθησης όλων των εσόδων του Ταμείου σε πραγματικό χρόνο, η παραγωγή και διάθεση αναμνηστικών ειδών υψηλής αισθητικής και αποκλειστικής διάθεσης στα πωλητήρια των αρχαιολογικών χώρων και στις εκθέσεις του εξωτερικού, οι διαγωνισμοί και η διατύπωση των όρων για την παροχή υπηρεσιών υψηλής ποιότητας στα αναψυκτήρια των αρχαιολογικών χώρων, η επανεκκίνηση και ενίσχυση της εκδοτικής παραγωγής, οι απαλλοτριώσεις, η απρόσκοπτη χρηματοδότηση των Εφορειών Αρχαιοτήτων και των μνημείων μέσω του ΤΑΠΑ.
Η στάση αυτή αποτυπώθηκε και στο ζήτημα του νέου Οργανισμού του ΤΑΠΑ, για τον οποίο άλλα κείμενα είχαν παρουσιαστεί αρχικά, άλλα στη συνέχεια, ενώ κανένας διάλογος δεν έγινε με το διοικητικό συμβούλιο του ΣΕΑ, παρότι έχει ζητηθεί επιμόνως. Τελικά, έφτασε μετά από μήνες η ίδια πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟΑ, που πριν «δεν ήξερε», να δηλώνει ότι «το κείμενο εργασίας που δόθηκε στο ΥΠΠΟΑ από την τέως Πρόεδρο, κα Λούβη έχει σοβαρές αδυναμίες, εκφράζει ένα πνεύμα που αλλοιώνει τον χαρακτήρα του ΤΑΠΑ, όπως το οραματίζεται το εποπτεύον υπουργείο Πολιτισμού», χωρίς περαιτέρω εξηγήσεις για το τι είναι αυτό που «οραματίζεται» η πολιτική ηγεσία του υπουργείου και γιατί δεν ήταν σε θέση να το συζητήσει με τα θεσμικά όργανα των εργαζομένων επί μήνες! Πολλώ δε μάλλον, έφτασε να αναφέρεται στον «εκσυγχρονισμό των μεθόδων φύλαξης των αρχαιολογικών χώρων και Μουσείων» ωσάν να είναι αρμοδιότητα του ΤΑΠΑ και όχι άμεση αρμοδιότητα των υπηρεσιών του υπουργείου, όπως αποτυπώνεται και στον νέο Οργανισμό του υπουργείου Πολιτισμού που εγκρίθηκε από την ίδια την υπουργό!
Δικαίως λοιπόν διερωτάται κανείς σε ποιες ενέργειες προέβη η πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟΑ για να αντιμετωπίσει την διαπιστωμένη υποστελέχωση του ΤΑΠΑ, ώστε να αντιμετωπιστούν οι δυσλειτουργίες, να καταστεί αποτελεσματικότερος ο απαιτούμενος έλεγχος των οικονομικών, να επιταχυνθούν οι διαδικασίες για σημαντικά ζητήματα, όπως η εγκατάσταση του ηλεκτρονικού εισιτηρίου, και να τεθεί σε εφαρμογή ο υπόλοιπος σχεδιασμός, προκειμένου να αρθεί ο οικονομικός αποκλεισμός και η λιτότητα που είναι καταστρεπτική για τα μνημεία.

Η αντικατάσταση του διοικητικού συμβουλίου δυστυχώς συνεχίζει την αναπαραγωγή της αδιαφανούς και εν πολλοίς αυθαίρετης διαδικασίας επιλογής και παύσης μελών στον τόσο ευαίσθητο για την Αρχαιολογική Υπηρεσία Οργανισμό. Όπως και το προηγούμενο διοικητικό συμβούλιο δεν περιελάμβανε ούτε καν τα ex officio μέλη που προβλέπει ο ισχύων Οργανισμός του ΤΑΠΑ, έτσι και η νέα σύνθεση πάσχει, χωρίς αυτό να αποτελεί προσωπική μομφή για τα συγκεκριμένα πρόσωπα που ανέλαβαν. Η διαιώνιση εσφαλμένων διαδικασιών, εντείνει την αίσθηση απαξίωσης που επί χρόνια πλανιέται γύρω από το ΤΑΠΑ, καθώς φαίνεται να επιβλήθηκε από συγκεκριμένα συμφέροντα και κύκλους εξουσίας. Η ανάγκη θέσπισης ανοιχτών διαδικασιών, διαφανών και πάγιων κριτηρίων, βασισμένων στις πραγματικές ανάγκες ενός οργανισμού με έντονη οικονομική δραστηριότητα προβάλει πλέον αδήριτη.

Ύστερα από όλα τα παραπάνω είναι προφανές ότι το διοικητικό συμβούλιο του ΣΕΑ θεωρεί πως τα έργα και οι ημέρες της κας υπουργού έχουν αποδείξει ότι δεν επιθυμεί την εύρυθμη λειτουργία της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας ούτε την θεσμική θωράκισή της. Την θεωρεί persona non grata και κρίνει ότι δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της ευθύνης που της έχει ανατεθεί.

Απαντώντας στην συγκεκριμένη ανακοίνωση, η κα Κονιόρδου εξέδωσε σήμερα Κυριακή 3/9, δική της ανακοίνωση: Το ΥΠΠΟΑ προκειμένου να αναβαθμίσει το ΤΑΠ, τον τόσο νευραλγικό οργανισμό, και για να το οδηγήσει σε μια νέα εποχή -δεδομένου ότι υπήρχε μεγάλη καθυστέρηση στην υλοποίηση σημαντικών πρωτοβουλιών για την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων του οργανισμού- άλλαξε, όταν κρίθηκε αναγκαίο, το διοικητικό συμβούλιο.

Σκοπός του νέου διοικητικού συμβουλίου είναι να προχωρήσει, μέσω διαλόγου αλλά και άμεσων ενεργειών, στο νέο οργανισμό του ΤΑΠ, στην αναβάθμιση των πωλητηρίων και πωλητέων ειδών, στην εγκατάσταση αναδόχων στα αναψυκτήρια με χρήση κριτηρίων που αξιοποιούν την τοπική οικονομία και την υγιή επιχειρηματικότητα σε όλη την επικράτεια.

Με την προηγούμενη διοίκηση υπήρχε συνεργασία και στήριξη, αλλά δεν υπήρχε η ίδια προσέγγιση στην επίλυση των θεμάτων. Το ΥΠΠΟΑ είχε διατυπώσει τις διαφωνίες του με σαφήνεια και είχε έγκαιρα προειδοποιήσει. Η κίνηση του υπαγορεύτηκε από την ανάγκη αποτελεσματικότερης λειτουργίας του διοικητικού συμβουλίου του ΤΑΠ. 

Τα άλλα ζητήματα, που για πολλοστή φορά ανακυκλώνει το διοικητικό συμβούλιο του ΣΕΑ, έχουν απαντηθεί. Σκοπός της ηγεσίας του ΥΠΠΟΑ είναι η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς και η ανάδειξη του αρχαιολογικού πλούτου της χώρας. Όλα γίνονται εντός του προβλεπόμενου θεσμικού πλαισίου, με σεβασμό για το παρελθόν και την ιστορία και με μεγάλη ευθύνη για το μέλλον και τη βιώσιμη ανάπτυξη.

Η ηγεσία του ΥΠΠΟΑ αναγνωρίζει και υποστηρίζει την εργασία των Εφόρων, Αρχαιολόγων, Αναστηλωτών, Συντηρητών και όλων των συνεργατών του υπουργείου Πολιτισμού οι οποίοι, με αφοσίωση, προσφέρουν το πολύτιμο έργο τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια: