Σύμφωνα με ανακοίνωση του Τμήματος Αρχαιοτήτων Κύπρου, του υπουργείου συγκοινωνιών και έργων της Κυπριακής Δημοκρατίας, ολοκληρώθηκε η ανασκαφική έρευνα διάρκειας πέντε εβδομάδων στη θέση της Ύστερης Εποχής του Χαλκού Δρομολαξιά-Βυζατζιά (Χαλά Σουλτάν Τεκκέ), κοντά στον Διεθνή Αερολιμένα της Λάρνακας, και στο γνωστό ομώνυμο τέμενος για τον Μάιο-Ιούνιο 2014 απο το Πανεπιστήμιο του Gothenburg της Σουηδίας, υπο την διεύθυνση του Καθηγητή Peter M. Fischer.
Με στόχο τον εντοπισμό θαμμένων αρχιτεκτονικών καταλοίπων χρησιμοποιήθηκαν το 2013 μέθοδοι ανίχνευσης με υπεδάφιο ραντάρ και μαγνητομετρικό εξοπλισμό, στο πλαίσιο του προγράμματος συνεργασίας μεταξύ του Πανεπιστημίου του Gothenburg (Καθ. Peter Fischer) και του Πανεπιστημίου της Βιέννης (Δρ Immo Trinks). Το γεωφυσικό αυτό πρόγραμμα εντόπισε ένα μέχρι στιγμής άγνωστο τμήμα της πόλης. Η μέθοδος εντοπισμού με υπεδάφιο ραντάρ δημιουργεί «ακτινογραφίες» των λίθινων στοιχείων κάτω από τη γη σε βάθος μέχρι και 2 μέτρα. Η μέθοδος με τη χρήση μαγνητόμετρου καταγράφει διάφορες κατασκευές όπως εστίες, συγκεντρώσεις κεραμικής και αποθέτες (λάκκους αποθήκευσης ή απόρριψης). Τα αποτελέσματα των φετινών ανασκαφών επιβεβαίωσαν αυτά των γεωφυσικών ερευνών.
Οι φετινές ανασκαφές αποκάλυψαν άγνωστα μέχρι σήμερα τμήματα της αρχαία πόλης, που χρονολογούνται στα τέλη της Ύστερης Εποχής του Χαλκού (14ος-12ος αι. π.Χ.). Υπολογίζεται ότι η πόλη είχε έκταση 25-50 εκτάρια. Μέχρι στιγμής έχει ερευνηθεί ένα μικρό μόνο τμήμα της πόλης, η οποία φαίνεται να ιδρύθηκε τον 16ο αι. π.Χ., να ήκμασε τον 13ο αι. π.Χ. και να καταστράφηκε τον 12ο αι. π.Χ., οπότε και εγκαταλείφθηκε. Οι αιτίες που οδήγησαν στην παρακμή της πόλης δεν είναι ξεκάθαρες, παρόλο που πιθανόν να αφορούσαν εισβολές από ξένους πληθυσμούς αλλά και κλιματικές αλλαγές.
Πραγματοποιήθηκαν επίσης ανασκαφές στην περιοχή παραγωγής χαλκού που είχε εντοπιστεί το 2013. Μέσα σε έναν κυκλικό αποθέτη (διαμέτρου περίπου 1 μ.), βρέθηκε ένα ακέραιο κουλουροειδές τάλαντο από κράμα χαλκού και κασσίτερου, βάρους σχεδόν 1,5 κιλού. Η επιτόπου ανάλυση του ταλάντου με συσκευή XRF (ανάλυση με ακτινογραφίες) έδειξε ότι περιέχει 95,5% χαλκό, 2,6% κασσίτερο και ίχνη σιδήρου, ψευδάργυρου, μόλυβδου, κοβάλτιου, βανάδιου, τιτάνιου και θείου.
Οι ανασκαφές πλησίον της περιοχής παραγωγής χαλκού αποκάλυψαν οικιστικές μονάδες στις οποίες φαίνεται να πραγματοποιούνταν μικρής κλίμακας βιοτεχνικές δραστηριότητες, που περιελάμβαναν μεταξύ άλλων το βάψιμο υφασμάτων και την παραγωγή αγγείων. Στην περιοχή αυτή βρέθηκαν μεγάλες ποσότητες τοπικής και εισηγμένης κεραμικής. Η εισηγμένη είναι κοσμημένη και ιδιαίτερα καλής ποιότητας και προέρχεται κυρίως από περιοχές με μυκηναϊκή πολιτιστική επιρροή (κυρίως Ελλάδα, Αιγαίο), αλλά και από την ανατολική Μεσόγειο (εικ. 1). Άλλα ευρήματα περιλαμβάνουν δακτυλίδια, σκουλαρίκια και χάλκινα εργαλεία. Τα αντικείμενα από αυτό το τμήμα της αρχαίας πόλης διακρίνονται για την ιδιαίτερα καλή τους ποιότητα και φανερώνουν ότι οι άνθρωποι που σχετίζονταν με την παραγωγή χαλκού διέθεταν την οικονομική ευχέρεια να αποκτούν είδη πολυτελείας και πιθανόν να ανήκαν σε ανώτερα κοινωνικά στρώματα.
Η Σουηδική Aποστολή κατέγραψε πέντε πηγάδια τα οποία ήταν ήδη μερικώς ορατά, σε ένα από τα οποία (βάθους 7 μ. και διαμέτρου 1,5 μ.) βρέθηκε ένα ακέραιο ειδώλιο ταύρου (εικ. 2), πιθανότατα προσφορά προς τη «Θεότητα του Πηγαδιού». Το συγκεκριμένο πηγάδι φαίνεται να είχε αποξηρανθεί σε κάποιο στάδιο και συνεπώς τέθηκε σε αχρηστία. Χρησιμοποιήθηκε όμως ως λάκκος απόρριψης αφού βρέθηκε εντός του ακέραιος σκελετός αλόγου, ανάμεσα στα οστά του οποίου εντοπίστηκε ένας εξαιρετικής ποιότητας σφραγιδοκύλινδρος από αιματίτη. Ο σφραγιδοκύλινδρος προέρχεται από την περιοχή της σημερινής Συρίας και κοσμείται με σκηνή κυνηγίου, με τρεις κυνηγούς και τρία κερασφόρα θηράματα. Δίπλα από το πηγάδι αυτό ανασκάφηκε άλλο κυκλικό «πηγάδι» (βάθους 4 μ.), το οποίο περιελάμβανε αρκετά ακέραια εισηγμένα μυκηναϊκά αγγεία. Το πηγάδι αυτό είναι πολύ ρηχό και πιθανόν να μην συνδέεται με νερό, αλλά με τις προσφορές σε «Θεότητα του Πηγαδιού».
Το τρίτο πηγάδι στην περιοχή επίσης αποξηράνθηκε κατά την αρχαιότητα και χρησιμοποιήθηκε ξανά ως χώρος ταφής ανθρώπων και ζώων. Εντός αυτού βρέθηκαν έξι ανθρώπινοι σκελετοί, ένας σκελετός μεγάλου σκύλου και ενός κατσικιού. Δεν βρέθηκαν ταφικά κτερίσματα και έτσι υποθέτουμε ότι τα άτομα που θάφτηκαν ανήκαν σε κατώτερα κοινωνικά στρώματα και ίσως να ήταν σκλάβοι. Εντούτοις, παρατηρήθηκε ότι ένα από τα ανθρώπινα κρανία είχε τροποποιηθεί συνειδητά, χαρακτηριστικό που ίσως κατά την αρχαιότητα να συνδεόταν με άτομα υψηλής κοινωνικής στάθμης. Η τεχνητή τροποποίηση του κρανίου πραγματοποιείτο κατά τη βρεφική ηλικία, ακολουθώντας ίσως τη μόδα της εποχής όσον αφορά στην εξωτερική εμφάνιση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου